Επιχείρηση Αττίλας: ήταν μια μέρα σαν σήμερα, 20 Ιουλίου του 1974, όταν τουρκικός στρατός εισέβαλε στο βόρειο τμήμα της Κύπρου με την πρόφαση ότι απαντά στο στρατιωτικό πραξικόπημα το υποκινούμενο από τη χούντα του Ιωάννίδη, που στόχο είχε την απομάκρυνση (και τη δολοφονία) του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου από την εξουσία.
Ήταν 05:30 το ξημέρωμα, όταν οι τουρκικές δυνάμεις εξαπέλυσαν την εισβολή. «Ελληνικαί και κυπριακαί δυνάμεις αντιμετωπίζουν μετά γενναιότητος και πρωτοφανούς ενθουσιασμού την απρόκλητον επίθεσιν του τουρκικού σοβινισμού» ανέφερε μεταξύ άλλων το πολεμικό ανακοινωθέν της ημέρας. Οι Έλληνες στρατιώτες της ΕΛΔΥΚ και οι Ελληνοκύπριοι αντιστάθηκαν, όμως η μάχη ήταν άνιση καθώς οι τουρκικές δυνάμεις είναι πολλαπλάσιες.
Η Τουρκία ισχυρίστηκε ότι επρόκειτο για παρέμβαση σύμφωνα με τη Συνθήκη Εγγύησης. Η εισβολή εκδηλώθηκε σε με δύο μεγάλες επιθέσεις από αέρα, ξηρά και θάλασσα. Οι ελληνοκυπριακές ένοπλες δυνάμεις προσπάθησαν να αντισταθούν και να απαντήσουν στις επιθέσεις ως μέρος ενός συντονισμένου αμυντικού σχεδίου που αποδείχτηκε ανεπαρκές.
Το σύνολο των τουρκοκυπριακών δυνάμεων ήταν 27 τάγματα πεζικού, ομαδοποιημένα σε 8 συντάγματα, και δύναμη, δυνητικά, έως 20.000 ανδρών. Η κύρια δύναμη των Ελληνοκυπρίων ήταν η Εθνοφρουρά, που δημιουργήθηκε το 1963. Η Εθνοφρουρά εξοπλιζόταν με πλεονάζοντα οπλισμό από την Ελλάδα , κυρίως βρετανικής προέλευσης, ενισχυμένο με την αγορά σοβιετικών όπλων το 1965. Η Εθνοφρουρά, που ελεγχόταν από αξιωματικούς που προέρχονταν από την Ελλάδα (η Κύπρος δεν είχε εκπαιδευμένους αξιωματικούς), θεωρήθηκε όργανο της Αθήνας στην πολιτική ένταση μεταξύ Αθήνας και Λευκωσίας με αποτέλεσμα, η Κυπριακή Κυβέρνηση να παραμελήσει την ενίσχυση της Εθνικής Φρουράς. Τα αποτελέσματα φάνηκαν. Η Κύπρος το 1974 ήταν απροστάτευτη!
Η επιχείρηση Αττίλας είχε ως αποτέλεσμα το 37% της Κύπρου να βρίσκεται μέχρι σήμερα υπό τουρκική κατοχή. Οι νεκροί- στρατιώτες και άμαχοι- ξεπέρασαν τις 6.000 από την ελληνοκυπριακή πλευρά, ενώ περισσότεροι από 3.000 άνθρωποι ακόμα αγνοούνται και πάνω από 120.000 υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους.
Στις 14 Αυγούστου του 1974, οι συνομιλίες που είχαν αρχίσει στη Γενεύη για να εξευρεθεί λύση, μετά την τουρκική εισβολή οδηγήθηκαν σε αδιέξοδο. Πιο σωστά, μετά τις συνομιλίες εκείνες ξεκίνησε η δεύτερη φάση της τουρκικής εισβολής: οι τουρκικές δυνάμεις επιτέθηκαν ξανά κι ολοκλήρωσαν το έγκλημα τους.