Το 1975 η Ελλάδα βρισκόταν σε περίοδο μετάβασης από τη δικτατορία στη δημοκρατία. Η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή προσπαθούσε να αποκαταστήσει τη νομιμότητα και να επαναφέρει την εμπιστοσύνη στους θεσμούς.
Η ελληνική κοινωνία ήταν σε μεγάλο βαθμό τραυματισμένη από τα επτά χρόνια δικτατορίας. Υπήρχε έντονη απαίτηση για τιμωρία των αυτουργών. Το σύνθημα «δώστε τη χούντα στον λαό», άλλωστε, δονούσε κάθε πολιτική εκδήλωση (από πορείες και συγκεντρώσεις μέχρι συναυλίες) που γινόταν εκείνη την εποχή.
Η δίκη των πρωταίτιων τελείωσε με το δικαστήριο να επιβάλει την εσχάτη των ποινών στον Γεώργιο Παπαδόπουλο, τον Στυλιανό Παττακό και τον Νικόλαο Μακαρέζο. Η ποινή αυτή δεν επιβλήθηκε επειδή μία ημέρα σαν σήμερα, στις 25 Αυγούστου 1975, ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής αποφάσισε να τη μετατρέψει σε ισόβια.
Η δίκη της χούντας και το νομικό τέχνασμα του «στιγμιαίου αδικήματος»
Το ημερολόγιο έδειχνε Δευτέρα, 28 Ιουλίου 1975. Ήταν η ημέρα που έκατσαν στο εδώλιο του κατηγορουμένου οι άνθρωποι που έβαλαν τη χώρα «εις τον γύψον».
«Καταπατημένοι, περιδεείς, απομυθοποιημένοι, χωρίς ίχνος από την υπεροψία των “λαμπρών” τους ημερών, τότε που “έσωζαν” την Ελλάδα, οι δικτάτορες βρέθηκαν χθες στη φυσική τους θέση – στο εδώλιο, για κακουργήματα εις βάρος του έθνους και του λαού», έγραφε η «Καθημερινή» στο ρεπορτάζ της, την επόμενη ημέρα.
Ο πρόεδρος του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, Γιάννης Ντεγιάννης, έχει αφηγηθεί, μεταξύ άλλων, το πώς έζησε εκείνη την πρώτη ημέρα, στο βιβλίο του «Η Δίκη» (Εκδόσεις Γνώση, 1990).
«Πρόσωπα σφιγμένα που αγωνίζονταν να επιδείξουν ψυχραιμία και αδιαφορία, έκρυβαν την ταραχή τους κάτω από χαμόγελα πετρωμένα. Μερικοί φανερά σαστισμένοι, άλλοι καταπονημένοι.
Δυο – τρεις, από την αδυναμία περίσσευαν τα ρούχα τους. Ήταν όλοι τους αρκετούς μήνες προφυλακισμένοι, ήξεραν πολύ καλά πως ό,τι έβλεπαν, άκουγαν, ένιωθαν, δεν ήταν κακός βραχνάς. Ήξεραν πως ήταν κατηγορούμενοι, μα προσπαθούσαν να μην το δείχνουν, όσο μπορούσαν».
Στην πραγματικότητα, στη δίκη των πρωταίτιων του πραξικοπήματος, στο εδώλιο του κατηγορουμένου έκατσαν 20 άτομα. Μόλις 20 άτομα. Και αν κάποιος αναρωτιέται πώς είναι δυνατόν αυτό, η απάντηση είναι απλή.
Το πολιτικό στοίχημα εκείνης της περιόδου ήταν να κλείσουν οι πληγές που είχαν ανοίξει στο σώμα της κοινωνίας όσο το δυνατόν γρηγορότερα (και κυρίως) το δυνατόν με τις λιγότερες και μικρότερες επιπτώσεις.
Κάπως έτσι «εφευρέθηκε» ένα νομικό τέχνασμα. Πρόκειται για το περιβόητο «στιγμιαίο». Με βάση αυτό, λοιπόν, και προκειμένου να μη φτάσουν στο δικαστήριο όλοι όσοι έπρεπε, το αδίκημα των χουντικών διαχωρίστηκε σε «στιγμιαίο» και «διαρκές».
Για τους περισσότερους, (συνεργάτες, κυβερνητικούς, αξιωματούχους της χούντας) με κάποιο… μαγικό τρόπο το αδίκημα χαρακτηρίστηκε «στιγμιαίο» (το βράδυ της 21ης Απριλίου, δηλαδή) και όχι διαρκές (μέχρι την πτώση της χούντας). Όλοι οι υπόλοιποι, λοιπόν, επέστρεψαν στην κοινωνία στιγματισμένοι μεν αλλά δίχως ποινικές επιπτώσεις.
Οι πραξικοπηματίες έφτασαν να κάτσουν στο εδώλιο του κατηγορουμένου όχι από κάποια κυβερνητική ή εισαγγελική ενέργεια αλλά από μήνυση που κατέθεσαν πέντε δικηγόροι. Ο Ευάγγελος Γιαννόπουλος, ο Γρηγόρης Κασιμάτης, ο Φοίβος Κούτσικας, ο Κωνσταντίνος Αναγνωστάκης και ο Αλέξανδρος Λυκουρέζος.
Το βούλευμα που έστελνε τους πρωταίτιους στο δικαστήριο περιείχε 24 ονόματα κατηγορουμένων. Τέσσερις από αυτούς, ωστόσο, δεν δικάστηκαν για διάφορους λόγους. Πρόκειται για τους: Κ. Ασλανίδη που εκείνη την εποχή βρισκόταν στις φυλακές της Γένοβας. Τους Π. Κωτσέλη και Ι. Παλαιολόγο που φυγοδικούσαν και τον περιβόητο Θ. Θεοφιλογιαννάκο ο οποίος δικάστηκε ξεχωριστά από το Στρατοδικείο, ως βασανιστής.
Έτσι στο εδώλιο κάθισαν 20 άτομα. Πρόκειται για τους: Γ. Παπαδόπουλο, Στ. Παττακό, Ν. Μακαρέζο, Δ. Ιωαννίδη, Ι. Λαδά, Γρ. Σπαντιδάκη, Οδ. Αγγελή, Γ. Ζωιτάκη, Μ. Ρουφογάλη, Α. Λέκκα, Μ. Μπαλόπουλο, Δ. Σταματελόπουλο, Αλ. Χατζηπέτρο, Ν. Γκαντώνα, Σ. Καραμπέρη, Κ. Παπαδόπουλο, Κ. Καρύδα, Γ. Κωνσταντόπουλο, Ν. Ντερτιλή και Ε. Τσάκα.
Στην έδρα βρίσκονταν τα μέλη του πενταμελούς εφετείου κακουργημάτων που θα τους δίκαζε. Πρόεδρος ήταν ο Ιωάννης Ντεγιάννης και μέλη οι εφέτες Π. Λογοθέτης, Π. Κωνσταντινόπουλος, Ιω. Γρίβας και Γ. Πλαγιαννάκος. Αναπληρωματικά μέλη ήταν οι εφέτες Ηλ. Γιαννόπουλος και Δ. Τζούμας. Στην εισαγγελική έδρα καθόντουσαν οι εισαγγελείς εφετών Κ. Σταμάτης και Σπ. Κανίνιας.
Ένα από τα χαρακτηριστικά της δίκης είναι ότι έγινε χωρίς πολιτική αγωγή (κατόπιν αιτήματος της υπεράσπισης), ενώ οι δικηγόροι των πραξικοπηματιών αποχώρησαν δηλώνοντας ότι η καταδίκη των πελατών τους είναι… προαποφασισμένη.
Το κατηγορητήριο, οι απολογίες και οι καταδίκες
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο οι 15 από τους κατηγορούμενους μετείχαν του «Επαναστατικού Συμβουλίου», τρεις ήταν οι μυημένοι (Ζωιτάκης, Ντερτιλής και Τσάκας) στη συνωμοσία και δυο (Σπαντιδάκης και Αγγελής) προσχώρησαν σε αυτό.
Η δίκη πραγματοποιήθηκε σε ειδικά διαμορφωμένη αίθουσα των φυλακών Κορυδαλλού, όπου είχαν προφυλακιστεί οι πρωταίτιοι του πραξικοπήματος.
Απέναντι στους κατηγορούμενους - πέρα από την κοινωνία που ανέμενε βαριές ποινές - στάθηκαν συνολικά 65 μάρτυρες κατηγορίας, ανάμεσά τους οι Π. Κανελλόπουλος, Π. Παπαληγούρας, Γ. Ράλλης, Γ. Μαύρος, Αν. Παπανδρέου, Ηλ. Ηλιού, Χ. Φλωράκης και Κ. Μητσοτάκης.
Στις 13:15, το μεσημέρι του Σαββάτου της 23ης Αυγούστου 1975, η ελληνική «Δίκη της Νυρεμβέργης» όπως είχε αποκληθεί από μερίδα του Τύπου, έφτασε στο τέλος της.
Ο πρόεδρος του δικαστηρίου Γιάννης Ντεγιάννης διαβάζει την υπ’ αριθμ. 477 απόφαση του δικαστηρίου. Ενδεικτικά οι αποφάσεις που αφορούσαν κάποιους από τους κατηγορούμενους ήταν οι εξής:
- Γεώργιος Παπαδόπουλος: Στρατιωτική καθαίρεση και θάνατος.
- Στυλιανός Παττακός: Στρατιωτική καθαίρεση και θάνατος.
- Νικόλαος Μακαρέζος: Στρατιωτική καθαίρεση και θάνατος.
- Γρηγόριος Σπαντιδάκης: Στρατιωτική καθαίρεση και ισόβια.
- Γεώργιος Ζωιτάκης: Στρατιωτική καθαίρεση και ισόβια.
- Οδυσσέας Αγγελής: Στρατιωτική καθαίρεση και 20ετής κάθειρξη.
- Ιωάννης Λαδάς: Στρατιωτική καθαίρεση και 20ετής κάθειρξη.
- Δημήτριος Ιωαννίδης: Στρατιωτική καθαίρεση και ισόβια.
- Νικόλαος Ντερτιλής: Στρατιωτική καθαίρεση και ισόβια.
- Μιχαήλ Μπαλόπουλος: Στρατιωτική καθαίρεση και ισόβια.
- Μιχαήλ Ρουφογάλης: Στρατιωτική καθαίρεση και ισόβια.
- Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος: Στρατιωτική καθαίρεση και ισόβια.
- Κωνσταντίνος Ασλανίδης: Ερήμην σε ισόβια.
«Όταν λέμε ισόβια εννοούμε ισόβια»
Την ίδια μέρα κιόλας από κυβερνητική ανακοίνωση φάνηκε ξεκάθαρα ότι οι επιβληθείσες θανατικές καταδίκες θα μετατραπούν σε ισόβια. Ξέσπασε θύελλα αντιδράσεων από την αντιπολίτευση.
Μία ημέρα σαν σήμερα, στις 25 Αυγούστου ο Κ. Καραμανλής συγκάλεσε εκτάκτως το Υπουργικό Συμβούλιο, το οποίο αποφάσισε ομόφωνα να κινηθεί η διαδικασία για τη μετατροπή της θανατικής καταδίκης των τριών σε ισόβια δεσμά.
Στις 29 Αυγούστου του 1975, έπειτα από την ολοκλήρωση της άσκησης «Πτολεμαίος» της μεγαλύτερης ως τότε στα στρατιωτικά χρονικά της χώρας, ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής, μιλώντας προς τους 1.000 αξιωματικούς οι οποίοι είχαν συμμετάσχει, είπε μια φράση που την επομένη έγινε πρωτοσέλιδος τίτλος των εφημερίδων: «Όταν λέμε ισόβια, εννοούμε ισόβια».
Όμως, πόσο... ισόβια ήταν τα ισόβια για τους τρεις αρχιπραξικοπιματίες;
Ο Παπαδόπουλος πέθανε στις 27 Ιουνίου 1999 κρατούμενος μεν, αλλά εκτός φυλακής, αφού τους τελευταίους 36 μήνες της ζωής του, νοσηλευόταν στην εντατική του Λαϊκού Νοσοκομείου πάσχοντας από κακοήθη νεοπλασία του ουροποιητικού συστήματος.
Ο Παττακός έμεινε στη φυλακή μόλις 16 χρόνια αφού στις 28 Σεπτέμβρη 1990 αποφυλακίστηκε λόγω... «ανηκέστου βλάβης της υγείας του»! Πέθανε στις 8 Οκτωβρίου 2016.
Ο Μακαρέζος πέθανε στις 3 Αυγούστου 2009 επίσης εκτός φυλακής. Και αυτός παρέμεινε έγκλειστος για 16 χρόνια αφού αποφυλακίστηκε (μαντέψτε) λόγω «ανηκέστου βλάβης της υγείας του».
Πηγή: reader.gr