Ο κάθε Μάιος αποτελεί μήνα μνήμης για όλο τον Ελληνισμό της Ανατολής  (Mικρά Ασία, Πόντος, Ιωνία, Βιθυνία, Καππαδοκία κ.ά.) και Ανατολική Θράκη. Γιατί στις 19 Μαΐου 1919 ο Τούρκος εθνικιστής αξιωματικός Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα του Πόντου, κήρυξε ανταρσία κατά της οθωμανικής Αρχής και άρχισε εκ του μηδενός τη συγκρότηση του στρατού, με «μαγιά» τις παλιές τρομοκρατικές ομάδες του κομιτάτου «Ενωση και Πρόοδος», που βαρύνονταν με τις Γενοκτονίες Αρμενίων, Ασσυρίων και Ελλήνων στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Ετσι ξεκίνησε από τον Πόντο και τη Βιθυνία η β’ φάση Γενοκτονίας των Ελλήνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που θα κορυφωθεί τρία χρόνια μετά, με την ήττα του Ελληνικού Στρατού, τη σφαγή Ελλήνων και Αρμενίων της Ιωνίας και την καταστροφή της Σμύρνης.Μετά τη Γενοκτονία των Αρμενίων, το 1915, οι Τούρκοι εθνικιστές υπό τον Μουσταφά Κεμάλ είχαν πλέον όλο το πεδίο ανοιχτό μπροστά τους για να εξολοθρεύσουν τους Ελληνοποντίους, το εκλεκτό τμήμα του ελληνισμού που ζούσε στο βόρειο τμήμα της Μικράς Ασίας, στην περιοχή του Πόντου, μετά τη διάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Η άλωση της Τραπεζούντας το 1461 από τους Οθωμανούς δεν είχε αλλοιώσει το φρόνημα και την ελληνική συνείδηση των κατοίκων της εν λόγω περιοχής, παρότι αυτοί ζούσαν αποκομμένοι από τον εθνικό κορμό.

Οι Ελληνοπόντιοι, μολονότι αποτελούσαν μειονότητα (περί το 40% του πληθυσμού), είχαν καταφέρει να κυριαρχήσουν στην οικονομική ζωή της περιοχής, ζώντας κυρίως στα αστικά κέντρα.

Η οικονομική τους ανάκαμψη συνδυάστηκε με τη δημογραφική και πνευματική τους άνοδο.

Το 1865 οι Έλληνες του Πόντου ανέρχονταν σε 265.000, το 1880 σε 330.000 και στις αρχές του 20ού αιώνα άγγιζαν πλέον τις 700.000.

Το 1860 υπήρχαν 100 σχολεία στον Πόντο, ενώ το 1919 υπολογίζονται σε 1.400, ανάμεσά τους και το περίφημο Φροντιστήριο της Τραπεζούντας.

Εκτός από σχολεία, οι Ελληνοπόντιοι διέθεταν τυπογραφεία, περιοδικά, εφημερίδες, λέσχες και θέατρα, που τόνιζαν το υψηλό πνευματικό τους επίπεδο.

Το κίνημα των Νεοτούρκων

Το 1908 ήταν μια χρονιά-ορόσημο για τους λαούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Τη χρονιά εκείνη εκδηλώθηκε και επικράτησε το κίνημα των Νεοτούρκων, που έθεσε στο περιθώριο το σουλτάνο.

Πολλές ήταν οι ελπίδες που επενδύθηκαν στους νεαρούς στρατιωτικούς για μεταρρυθμίσεις στο εσωτερικό της καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Σύντομα, όμως, οι ελπίδες τους διαψεύστηκαν.

Οι Νεότουρκοι έδειξαν το σκληρό εθνικιστικό τους πρόσωπο, εκπονώντας ένα σχέδιο διωγμού των χριστιανικών πληθυσμών και εκτουρκισμού της περιοχής, επωφελούμενοι της εμπλοκής των ευρωπαϊκών κρατών στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Το ελληνικό κράτος, απασχολημένο με το Κρητικό Ζήτημα, δεν είχε τη διάθεση να ανοίξει ένα ακόμη μέτωπο με την Τουρκία.

Διωγμοί και εκτοπισμοί – Τα «Τάγματα Εργασίας»

Οι Τούρκοι, με πρόσχημα την «ασφάλεια του κράτους», προέβησαν στον εκτοπισμό ενός μεγάλου μέρους του ελληνικού πληθυσμού στην αφιλόξενη μικρασιατική ενδοχώρα μέσω των λεγομένων «Ταγμάτων Εργασίας» («Αμελέ Ταμπουρού»).

Στα «Τάγματα Εργασίας» αναγκάζονταν να υπηρετούν οι άνδρες που δεν κατατάσσονταν στο στρατό.

Δούλευαν σε λατομεία, ορυχεία και στη διάνοιξη δρόμων, κάτω από εξοντωτικές συνθήκες.

Οι περισσότεροι πέθαιναν από πείνα, κακουχίες και αρρώστιες.

Αντιδρώντας στην καταπίεση των Τούρκων, τις δολοφονίες, τις εξορίες και τις πυρπολήσεις των χωριών τους, οι Ελληνοπόντιοι, όπως και οι Αρμένιοι, ανέβηκαν αντάρτες στα βουνά για να περισώσουν ό,τι ήταν δυνατόν.

Μετά τη Γενοκτονία των Αρμενίων, το 1915, οι Τούρκοι εθνικιστές υπό τον Μουσταφά Κεμάλ είχαν πλέον όλο το πεδίο ανοιχτό μπροστά τους για να εξολοθρεύσουν τους Ελληνοποντίους.

Ό,τι δεν είχε καταφέρει ο σουλτάνος σε 5 αιώνες, το πέτυχε ο Κεμάλ σε 5 χρόνια.

Το 1919 οι Έλληνες, μαζί με τους Αρμενίους και με την πρόσκαιρη υποστήριξη της κυβέρνησης Βενιζέλου, προσπάθησαν να δημιουργήσουν ένα αυτόνομο ελληνοαρμενικό κράτος.

Το σχέδιο αυτό ματαιώθηκε από τους Τούρκους, οι οποίοι εκμεταλλεύτηκαν το γεγονός για να προχωρήσουν στην «τελική λύση».

Η «τελική λύση» – Η δεύτερη φάση της Ποντιακής Γενοκτονίας

Στις 19 Μαΐου 1919 ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα, για να ξεκινήσει τη δεύτερη και πιο άγρια φάση της Ποντιακής Γενοκτονίας, υπό την καθοδήγηση των γερμανών και σοβιετικών συμβούλων του.

Μέχρι τη Μικρασιατική Καταστροφή, το 1922, οι Ελληνοπόντιοι που έχασαν τη ζωή τους ξεπέρασαν τις 200.000, ενώ κάποιοι ιστορικοί ανεβάζουν τον αριθμό τους στις 350.000.

Όσοι γλίτωσαν από το τουρκικό σπαθί κατέφυγαν ως πρόσφυγες στη Νότια Ρωσία, ενώ γύρω στις 400.000 ήλθαν στην Ελλάδα.

Με τις γνώσεις και το έργο τους συνεισέφεραν τα μέγιστα στην ανόρθωση του καθημαγμένου εκείνη την εποχή ελληνικού κράτους και άλλαξαν τις πληθυσμιακές ισορροπίες στη Βόρεια Ελλάδα.

Η Βουλή των Ελλήνων αποφάσισε ομοφώνως στις 24 Φεβρουαρίου 1994 την ανακήρυξη της 19ης Μαΐου ως Ημέρας Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου.