«...Στη Μεσσηνία, που μέτραγε τότε όλες κι όλες 20.821 ψυχές, φάνηκε πως ψήφισαν 13.000...». Αν σκεφτεί κανείς πως τότε, εκτός από τους ανηλίκους, δεν ψήφιζαν και οι γυναίκες, εκείνη την εποχή, 25 Μαΐου του 1847, ο πληθυσμός της περιφέρειας θα έπρεπε να κατέγραφε ρεκόρ ισχυρού φύλου! «Στον δήμο Εύας, του ίδιου νομού, οι εγγεγραμμένοι ήσαν 2.068 και οι Κωλεττικοί έλαβαν 2.068». Η απόλυτη σύμπνοια των ψηφοφόρων! Ακόμα και ο υποψήφιος Κουμουνδούρος, που καταγόταν από εκεί και ψήφισε εκεί, προτίμησε -φαίνεται- τον Κωλέττη! «Στη Δωρίδα, πάλι, ψήφισαν 3.214. Αλλά οι ψήφοι των Κωλεττικών βγήκαν 3.380»! Κλασική περίπτωση εγκυμονούσας κάλπης, που λευτερώθηκε την ημέρα των εκλογών!
Στο έργο του «Ιστορικαί Αναμνήσεις», ο γραμματέας στην Εθνοσυνέλευση Ερμιόνης και Τροιζήνας και αργότερα γενικός γραμματέας του Βασιλικού Οίκου, Νικόλαος Δραγούμης, καταγράφει τις παραβιάσεις της εκλογικής διαδικασίας και τις περιπτώσεις νοθείας του εκλογικού αποτελέσματος ανά την Ελλάδα, στις πρώτες αναμετρήσεις, όταν ψήφιζαν μόνον άνδρες άνω των 25 ετών. Κάνει λόγο για κάλπες με «σφραγίδες συντετριμμένες», «ιδανικούς εκλογικούς καταλόγους», «αυθαίρετες επιτροπές», «αρπαγή καλπών» και άλλα πολλά, που μόνο αδιάβλητη διαδικασία δεν προδίδουν. Αναφέρει μάλιστα ως χαρακτηριστική νοθείας την περίπτωση της Τήνου. Υποψήφιος βουλευτής του νησιού ήταν ο μη κωλεττικός Νικόλαος Βιτάλης. Αμέσως μετά το κλείσιμο της κάλπης, εμφανίστηκε ένας άλλος Νικόλαος Βιτάλης, διεκδικώντας τη νίκη. Ασφαλώς, οι επιτροπές που γνώριζαν και τον πραγματικό υποψήφιο και τη διαδικασία της ψηφοφορίας δικαίωσαν τον σωστό Βιτάλη, αλλά όταν το θέμα έφτασε στη Βουλή, όπου έπρεπε να επικυρωθεί το αποτέλεσμα, ακυρώθηκε η πράξη που έδινε τη νίκη στον σωστό Βιτάλη και προκρίθηκε ο «μουσαντένιος»!
Στα Απομνημονεύματά του ο στρατηγός Μακρυγιάννης κάνει λόγο για εκατοντάδες νεκρούς στο όνομα της χειραγωγούμενης -από τη γέννησή της- δημοκρατίας. Εκείνες τις πρώτες εκλογές, η κάλπη στήθηκε στον τότε μητροπολιτικό ναό της Αγίας Ειρήνης. Οι κωλεττικοί με μαγκούρες και κουμπούρια είχαν συγκεντρωθεί πέριξ της εκκλησίας και «τραμπούκιζαν» τους ψηφοφόρους που δεν θεωρούσαν δικούς τους. Όταν εμφανίστηκε ο Όθων με τους υπασπιστές του για να κατευνάσει τα πνεύματα, θαρρείς και ρίχτηκε λάδι στη φωτιά. Η συμπλοκή αγρίεψε και το αποτέλεσμα ήταν 800 και πλέον νεκροί!
Παρά ταύτα, ο βασιλιάς ήταν πεπεισμένος ότι η εκλογή έπρεπε να στηριχθεί με κάθε κόστος και ευλόγησε το υπέρ του Κωλέττη αποτέλεσμα, την περίφημη «Βουλή των ασεβών». Αυτές, οι βασιλικές, ήταν οι «γερές πλάτες» που επαίρετο ότι είχε ο νικητής. Αυτός ήταν και ο «θρίαμβός» του Ηπειρώτη πολιτικού, που μέτρησε 100 βουλευτές από τους 120 του τότε κοινοβουλίου! Μόνος του τους επέλεξε. Τότε δεν εκλέγονταν. Τους διόριζε ο νικητής, ο πλειοψηφών υπουργός, σε ευθεία συμφωνία με το στέμμα, εννοείται... «Το έθνος εδικαίωσε την κυβέρνησίν μου!» θα αναφωνήσει «θριαμβευτής και τροπαιούχος» από το βήμα της νέας Βουλής και θα χειροκροτηθεί από την «εκατόμβη» των ανδρείκελων, που όπως δημοσίευσε η εφημερίδα «Αιών», στο φύλλο της 30ης Ιουλίου 1847, αντί ενός μηνιαίου αντιτίμου 250 δραχμών, προορίζονταν για θύματα της βουλευτικής ιδιότητος: «είπεν στους υπαλλήλους του: Απέλθετε εις τα οδούς και όσους αν εύρετε κατά τον υπουργικόν κατάλογον, χωλούς την καρδίαν, τυφλούς την κρίσιν και αναπήρους τα ήθη και το αίσθημα, εισάγετε εις Αθήνας, ίνα γεμισθή το Βουλευτήριον...». Η εφημερίδα «Αθηνά», πάντως, φρόντισε απερίφραστα να δημοσιεύσει νωρίτερα περί «σπουδής του ιδίου (Κωλέττη) για την συλλογή ανικάνων και απαιδεύτων ανθρώπων εις την Βουλήν, ως ευκόλως να πείθωνται εις ό,τι θέλει αυτός και η συντροφιά του».
Η «κοινοβουλευτική δικτατορία» του Κωλέττη, όπως καταγράφηκε σκωπτικά στην ιστορία, υπήρξε η μακροβιότερη έως τότε πρωθυπουργική θητεία στη λειτουργία του πολιτικού συστήματος, παρέχοντας μεν σε αυτό σχετική σταθερότητα, πλην όμως και καταχρήσεις και διαφθορά στην άσκηση της εξουσίας.
Ο Ν. Δραγούμης περιγράφει: «Εν τη παρά τον ναόν του Ολυμπίου Διός οικία αυτού, έβλεπες από βαθέως όρθρου σειράν εξηπλωμένων φουστανελλοφόρων, από των προθύρων, των βαθμίδων της κλίμακος και των προδρόμων μέχρι της θύρας του υπουργικού κοιτώνος». Περίμεναν, λοιπόν, τη σειρά για να πουλήσουν την ψήφο τους. Και εκείνος, ακούγοντας με υπομονή τα αιτήματα για θέση, σύνταξη, παράσημο ή κάτι τέτοιο, έδινε την ίδια απάντηση: «Έχεις δίκαιον, αγαπητέ. Εγώ γνωρίζω κάλλιστα και τας πατρικάς και τα προσωπικάς σου υπηρεσίας και τα δικαιώματα της οικογενείας σου. Έσο ήσυχος. Θα λάβω υπ΄ όψιν την αίτησίν σου και θα σ΄ ευχαριστήσω»...
Στο έργο του «Καποδίστριας και Όθων» ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, ιστορικός Δημ. Βερναρδάκης, θα σημειώσει χαρακτηριστικά για τον Κωλέττη «εάν αι πράξεις του πρωθυπουργού τούτου, όσαι εξιστορούνται, είναι αληθιναί, όπως δεν αμφιβάλλω, ο ανήρ εκείνος ήτο άξιος αγχόνης» και είναι αλήθεια ότι σε αυτόν τον άνθρωπο, που συνέδεσε το όνομά του με τη σύλληψη της Μεγάλης Ιδέας και τη μεταφορά της πρωτεύουσας του ελληνικού κράτους στην Αθήνα, οι ιστορικές μαρτυρίες θα τοποθετήσουν την έναρξη φαινομένων, που για καιρό μετά, θα αποτελέσουν ισχυρά «εθνοβόρα δηλητήρια»: ψευδοπατριωτισμός, διαφθορά, ρουσφέτι, κομματικό κράτος, εκλογές βίας και νοθείας.
«Αν το εκλογικό σύστημα της αναλογικής εκπροσώπησης μπορεί να εφαρμοστεί σε μία χώρα, αυτή είναι η Ελλάδα. Αλλά τους λείπουν οι δύο βασικότερες αρετές του πολίτη: η εντιμότητα και η μετριοπάθεια» κατέθετε ο Γάλλος ακαδημαϊκός Εντμόντ Αμπού, μετά το μακρύ οδοιπορικό του στην Ελλάδα της απελευθέρωσης και εξηγούσε: «Όλοι οι εκλογείς ανεξαιρέτως είναι αργυρώνητοι και αν ο βασιλιάς ήθελε να εκλέξουν μία βουλή κωφαλάλων, θα το επιτύγχανε αν έδινε τα ανάλογα χρήματα. Σημειώστε, λοιπόν, ότι τα πολιτικά πάθη δεν κάνουν πίσω μπροστά στη δολοφονία και καταλαβαίνετε τον λόγο που μία μέρα εκλογών μοιάζει άλλοτε με μέρα παζαριού και άλλοτε με μέρα μάχης...».
Όχι ότι το ρουσφέτι είναι όρος άγνωστος στους Έλληνες. Στους αιώνες της τουρκοκρατίας, η εκδούλευση, η εξυπηρέτηση αντί εξυπηρετήσεως ήταν τακτική συνήθης και απολύτως αποδοτική στις συναλλαγές με τους Οθωμανούς. Άλλωστε, το «αντίδωρο» είναι όρος αθώος. Θεμιτός και χρηστός. Σε κάθε περίπτωση, από ηθικής απόψεως, μία εξυπηρέτηση γεννά υποχρέωση... Η δέσμευση, όμως, που γεννά το δώρο στην πολιτική είναι μακρά και επικίνδυνη όχι για έναν, αλλά για πολλούς και με διαχρονική ισχύ... «Τάξις, δικαιοσύνη και τακτική διοίκησις, όροι άγνωστοι εν Ελλάδι» αναφέρει ο Δραγούμης, επιχειρώντας να αποτυπώσει τις συνθήκες στην προερχόμενη από αιώνια υποδούλωση χώρα, όπου άφησε δυνατό αποτύπωμα η πρώτη «δημοκρατική» εκλογική διαδικασία. «Οι θεσμοί και οι διαδικασίες μπορεί να ήταν νέοι και σύγχρονοι, όμως οι πρακτικές και, κυρίως, η νοοτροπία πολιτών και πολιτικών εξακολουθούσαν σε μεγάλο βαθμό να μένουν δέσμιες των συνθηκών και των συνηθειών του παρελθόντος (τουρκοκρατίας)» παρατηρεί ο πανεπιστημιακός, νομικός και πολιτικός επιστήμων, Αντ. Μακρυδημήτρης στο έργο του «Οι πρωθυπουργοί της Ελλάδας». Σημειώνει δε πως το Σύνταγμα, η «ασπίς των ελευθεριών» που είχε κατακτηθεί με την επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου του 1943 και κατέστη στην πράξη «το παίγνιον των υπουργών» με τις εκλογικές ασκήσεις «της λόγχης και της πιέσεως», οδήγησε σε μία λαϊκή βούληση, που δεν ήταν λαϊκή βούληση. Ως πρώτος, λοιπόν, υπουργός της κοινοβουλευτικής συνταγματικής μοναρχίας ο Κωλέττης, ό,τι έκανε, φαίνεται πως μοιραία δημιούργησε «σχολή». Στην Πολιτική του Ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος (1821-1921), ο ιστοριοδίφης Γ. Ασπρέας σημειώνει για εκείνη την πρώτη δοκιμασία του κοινοβουλευτισμού πως τα γεγονότα «υπήρξαν τα κατ' εξοχήν κληροδοτήσαντα εις την χώραν την πολιτικήν κακοδαιμονίαν, υπό την ειδεχθή πτέραν της οποίας ηδικοπάθησεν ο Ελληνισμός»!
Προσαρμοσμένα στα ζητούμενα των εποχών, που έρχονται, τα εκλογικά πράγματα της χώρας υπηρετούν κάτι, αλλά όχι απαραιτήτως τη λαϊκή βούληση. Η διαδικασία «καθαρίζει» από τη νοθεία, αλλά το αντίδωρο είναι πάντα εδώ για να καθοδηγεί το αποτέλεσμα. Όσο ο Όθων και οι Δυνάμεις κινούν τα νήματα, τόσο η «δημοκρατία» στην Ελλάδα θα απηχεί συγκεκριμένη βούληση. Ως γνωστόν, κατά τη συνταγματική μοναρχία, σύμφωνα με το άρθρο 24 του Συντάγματος του 1844, ο βασιλιάς είναι αυτός που διορίζει και παύει υπουργούς (όπως μάλιστα χαρακτηριστικά σημειώνει ο Δ. Πετράκος στην «Κοινοβουλευτική Ιστορία της Ελλάδος», το συγκεκριμένο άρθρο στο κείμενο του Συντάγματος, το οποίο έφερε πάντα μαζί του ο Όθων, από τις πολλές φορές, που είχε καρφώσει επάνω του το δάχτυλό του, είχε φθαρεί!), ενώ οι όροι «κυβέρνηση» και «πρωθυπουργός» δεν έχουν ακόμη καθιερωθεί. Το σύνολο των υπουργών αναφέρεται συνεκδοχικά ως «Υπουργείον».
Στη μελέτη του με τίτλο «The Greek Struggle for Independence, 1821-1833» (Ο αγώνας των Ελλήνων για την ανεξαρτησία, 1821-1833), ο πανεπιστημιακός Duglas Dakin (Ντάγκλας Ντέικιν) αναφέρει ότι ο Έλληνας βασιλιάς προτιμούσε να διαλέγει τους υπουργούς του ανάμεσα στους παλιούς στρατιωτικούς, που ήταν πειθαρχημένοι στο να υπηρετούν μία ιδέα, εν προκειμένω τον βασιλιά, και δεν ανησυχούσαν και πολύ για τις διοικητικές και συνταγματικές λεπτομέρειες...
Στις 14ης -17ης Μαΐου 1865, θα εγγραφεί για πρώτη φορά στην ιστορία της εκλογικής διαδικασίας στην Ελλάδα, ψηφοφορία δια μολύβδινων σφαιριδίων, όπως προβλέπει το άρθρο 66 του νέου Συντάγματος, για τον περιορισμό των περιπτώσεων νόθευσης του εκλογικού αποτελέσματος.
Οι εκλογείς πρέπει, ρίχνοντας ένα σφαιρίδιο στον έναν από τους δύο μυστικούς διαύλους του ΝΑΙ και του ΟΧΙ της ειδικής κάλπης (οι δίαυλοι είναι ντυμένοι με τσόχα, ώστε ο ήχος να μην προδίδει τις προτιμήσεις των ψηφοφόρων), να εγκρίνουν ή να «μαυρίσουν» αντίστοιχα τον υποψήφιο βουλευτή. Τέτοιες κάλπες θα στήνονται μία για κάθε υποψήφιο. Έως το 1924, που θα καταργηθεί το σφαιρίδιο, τα εκλογικά τμήματα θα πλημμυρίζουν με κάλπες... Αν, δε, συγκεντρώσει κανείς τις ψήφους-σφαιρίδια ανοίγει πόλεμο με την αβάντα της υπεροπλίας! Τριάντα εκατομμύρια σφαιρίδια ήταν η τελευταία παραγγελία στα τρία εργοστάσια της χώρας που τα παρήγαγε, αλλά η εκτίναξη της τιμής του μολύβδου στα ύψη, έκανε τους εργοστασιάρχες να το ξανασκεφτούν να ανταποκριθούν την παραγγελία. Το υπουργείο, ωστόσο, πίεσε. Η παραγγελία εκτελέσθηκε, τα σφαιρίδια παραδόθηκαν, αλλά δεν πληρώθηκαν ποτέ. Οι τελευταίες εκλογές με αυτή τη μέθοδο θα γίνουν τον Νοέμβριο του 1920.
Η Αρχή της Δεδηλωμένης, που εγκαινιάζεται στις εκλογές του Αυγούστου του 1875 νοηματοδοτεί τον δημοκρατικό χαρακτήρα της εκλογικής διαδικασίας. Στο εξής η Βουλή θα απηχεί τη βούληση της λαϊκής πλειοψηφίας. Ως εκ τούτου, η Πολιτεία οφείλει να διαφυλάττει το ανόθευτον της εκλογικής διαδικασίας. Σε λίγο (1877), ο Κουμουνδούρος, ως επικεφαλής του υπουργείου Εσωτερικών, με τον νόμο XMZ' που προωθεί προς ψήφιση επιδιώκει τη διασφάλιση της λαϊκής ετυμηγορίας. Η διαδικασία των εκλογών θα διαρκεί μία ημέρα (Κυριακή) και όχι τέσσερις, όπως πριν, και θα διενεργείται πλέον παρουσία δικαστικών αντιπροσώπων.
Η Δεδηλωμένη και ο νόμος του Κουμουνδούρου θα δώσουν στη λαϊκή βούληση τον σεβασμό, τη δύναμη και το κύρος που της αξίζουν. Η διαρκώς βελτιούμενη εκλογική διαδικασία, η εξοικείωση των ψηφοφόρων με την ελευθερία τους, η αργή αλλά σταδιακή σταθεροποίηση του πολιτικού σκηνικού θα εξαλείψουν τα φαινόμενα νοθείας στην κάλπη και θα εμπεδώσουν τον εκλογικό πολιτισμό. Ο πολιτικός βίος της χώρας θα εξελίσσεται στο εξής αντιπροσωπευτικά της λαϊκής επιλογής. Τα όποια παρατράγουδα καταγράψει η σύγχρονη ιστορία στη διάρκεια διαδικασιών ψηφοφορίας, δεν θα αποτελούν παρά παραφωνίες στο ρονταρισμένο πια σύστημα και πάντως δεν θα επηρεάζουν το εκλογικό αποτέλεσμα.