Ρεπορτάζ: Λίνα Καπετάνιου
Αργά το απόγευμα, ο ήλιος ξεκινά σιγά σιγά να κατεβαίνει απέναντι από την Παροικιά. Είναι η ώρα που κόσμος μαζεύεται κάτω από το Κάστρο, στην εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου, για να δει το ηλιοβασίλεμα. Ίσως μόνο το καλοκαίρι αποκτά τόση σημασία αυτή η ώρα στις Κυκλάδες: η μεγάλη σε διάρκεια ημέρα φτάνει στο τέλος της και οι ακτίνες του ήλιου εκπέμπουν πια ένα μαλακό φως, που σκεπάζει τις αντιθέσεις και ρίχνει το σήμα για τη βραδινή δροσιά που έρχεται. Στα σοκάκια της Παροικιάς, τα φώτα ανάβουν και οι δρόμοι γεμίζουν επισκέπτες.
Η κίνηση στην πιο πολυσύχναστη οδό του νησιού, αυτή που ενώνει την Παροικιά με τη Νάουσα, αυξάνει ακόμα περισσότερο. Αυτοί οι δύο οικισμοί άλλωστε είναι που σηκώνουν το τουριστικό βάρος του νησιού. Όχι μόνο τώρα, αλλά ήδη από τη δεκαετία του 1960, όταν η Πάρος άρχισε να μπαίνει στον τουριστικό χάρτη Ελλήνων και ξένων ταξιδιωτών. Και ακόμα περισσότερο τα τελευταία χρόνια, που η Πάρος φαίνεται να διανύει μια μεταβατική περίοδο με το άνοιγμα πολλών πεντάστερων ξενοδοχείων και εστιατορίων, με μισελενάτους σεφ που μετακομίζουν τα καλοκαίρια από την Αθήνα. Πιο παλιά, το νησί ήταν ταυτισμένο με την κλασική εικόνα του ελληνικού θέρους με τα χαρακτηριστικά λευκά τετράγωνα σπίτια, τους πολλούς ανεμόμυλους και τις γραφικές ψαροταβέρνες στις αμμώδεις παραλίες, στοιχεία που την έκαναν προορισμό για όσους έφταναν εδώ αναζητώντας την αυθεντικότητα του αιγαιοπελαγίτικου τοπίου.
Σήμερα, η Πάρος, λόγω του μεγάλου εύρους εμπειριών, τιμών και υποδομών που προσφέρει, απευθύνεται σχεδόν σε όλους: σε οικογένειες με παιδιά που θα εκτιμήσουν τις ρηχές και καθαρές παραλίες, σε παρέες που αναζητούν την περιπέτεια και θα ριχτούν στα water sports και στην εξερεύνηση, σε νέους που θα τιμήσουν το nightlife της Παροικιάς και της Νάουσας, σε εναλλακτικούς ταξιδιώτες που θα σεργιανίσουν στην ενδοχώρα και στις παραλίες του νότου, αλλά και σε VIP παραθεριστές, για τους οποίους η πολυτέλεια και το fine dining αποτελούν στις διακοπές τους προϋπόθεση, που πλέον μπορεί να ικανοποιηθεί και στην Πάρο.
Νάουσα, το κοσμοπολίτικο ψαροχώρι
Η Νάουσα με τον μεγάλο κλειστό κόλπο της έγινε γρήγορα, ήδη από τη δεκαετία του 1980, σημείο αναφοράς για όσους ταξίδευαν με σκάφος στο Αιγαίο, οι οποίοι και έφεραν κοσμοπολίτικο χαρακτήρα στον οικισμό. Τα καφενεία έβγαζαν τότε στο τραπέζι χταποδάκι, ελιές και «γούνα», το τοπικό λιαστό σκουμπρί. Σε λίγα χρόνια, το όμορφο λιμανάκι με τα απομεινάρια του ενετικού κάστρου γέμισε εστιατόρια που σέρβιραν αστακομακαρονάδα και θαλασσινά, ενώ τα στενά σοκάκια πλημμύρισαν από επισκέπτες. Σε αυτά τα εστιατόρια συχνάζουν πια τα καλοκαίρια Ρώσοι μεγιστάνες, ηθοποιοί του Χόλιγουντ και όλοι οι υπόλοιποι VIP που επισκέπτονται πλέον το νησί.
Παρ’ όλη την τουριστική ανάπτυξη, ωστόσο, υπάρχουν ακόμη πολλά μέρη στην Πάρο που έχουν μείνει ανέπαφα, ίδια και απαράλλαχτα όπως πριν από μερικές δεκαετίες. Μια τέτοια εικόνα παρουσιάζει στα βορειοδυτικά της Νάουσας και μετά την παραλία Κολυμπήθρες, η κοντινή αλλά ανεξερεύνητη χερσόνησος όπου λειτουργεί και το Περιβαλλοντικό και Πολιτιστικό Πάρκο Πάρου. Αφού αφήσετε το αυτοκίνητο στο πάρκινγκ, θα εξερευνήσετε μέσω μονοπατιών τις παραλίες, τους σχηματισμούς των βράχων και τον φάρο στο Ακρωτήρι Κόρακας. Στην αρχή του θεματικού πάρκου, που καταλαμβάνει έκταση 800 στρεμμάτων, θα δείτε το καρνάγιο και το μοναστήρι του Αϊ-Γιάννη του Δέτη.
Η ανατολική πλευρά και τα χωριά της ενδοχώρας
Τα τελευταία 50 χρόνια, η ανάπτυξη στην Πάρο υπήρξε άνιση, αν συγκρίνουμε την Παροικιά και τη Νάουσα με την ανατολική πλευρά του νησιού, όπου το ρεύμα ήρθε τη δεκαετία του 1960 και οι δρόμοι φτιάχτηκαν από το 1980 και έπειτα. Και η αλήθεια είναι ότι μέχρι τότε η κύρια ασχολία των κατοίκων της περιοχής ήταν η γεωργία και η κτηνοτροφία.
Από τον Αμπελά μέχρι και το Πίσω Λιβάδι θα δείτε χωράφια, κτήματα, αναβαθμίδες και πολλούς χωματόδρομους – μέχρι και παραλίες χωρίς beach bar θα συναντήσετε. Μπορεί στην εικόνα της νησιωτικής αγροτικής κοινωνίας να παρεμβάλλονται κατάλευκες βίλες που διατίθενται προς ενοικίαση, αλλά σε αυτό το κομμάτι της Πάρου διασώζονται ακόμη γνήσιες κυκλαδίτικες εικόνες. Τόσο εδώ όσο και στα χωριά της ενδοχώρας: τον Κώστο, τις Λεύκες, τον Πρόδρομο, τα Μάρμαρα και τη Μάρπησσα.
Κατηφορίζοντας τον κεντρικό πεζόδρομο στις Λεύκες, περπατάμε δίπλα σε πολλούς επισκέπτες, Έλληνες και ξένους. Άλλοι προσπαθούν μέσω του κινητού τους να βρουν τον δρόμο τους στα δαιδαλώδη στενά του οικισμού, άλλοι ακολουθούν απλώς τη ροή της κίνησης και άλλοι χάνονται επίτηδες, εξερευνώντας άλλα σημεία. Όλοι πάντως καταλήγουν με κάποιον τρόπο στη μεγάλη εκκλησία της Αγίας Τριάδας και στο καφενείο απέναντι. Από εδώ η θέα είναι μαγευτική. Αξίζει να βάλετε το GPS για να ανεβείτε στους Αγίους Πάντες, το εκκλησάκι πάνω από τις Λεύκες, που είναι και το ψηλότερο σημείο της Πάρου. Θα δείτε την Αντίπαρο και τον ήλιο να δύει στο βάθος του ορίζοντα πάνω από τη θάλασσα.
Οι Λεύκες είναι το πιο τουριστικό από τα χωριά της ενδοχώρας, στον Κώστο το σημείο συνάντησης είναι το καφενείο στην πλατεία, στον Πρόδρομο θα πάτε και για το πιο κλασικό μονοπάτι του νησιού, που ονομάζεται βυζαντινό και ενώνει τον οικισμό με τις Λεύκες. Στα Μάρμαρα, ο μύλος στο κέντρο του χωριού έχει μετατραπεί σε κατοικία και επίσης από εδώ θα βρείτε τον δρόμο σας για την παραλία του Καλόγερου. Όσο για τη Μάρπησσα, είναι μια άλλη ιστορία.
Μάρπησσα γεμάτη εκπλήξεις
Οδηγώντας από τις Λεύκες στο Πίσω Λιβάδι, μπορεί να προσπεράσετε τη Μάρπησσα χωρίς να το καταλάβετε. Θα σταθμεύσετε το αυτοκίνητο στους ανεμόμυλους και από εκεί θα μπείτε στο δαιδαλώδες χωριό, ένα υπόδειγμα αρχιτεκτονικής ταυτότητας. Σε όλη την έκτασή του λειτουργεί κεντρικά μόνο μία παραδοσιακή ταβέρνα, ενώ όλα τα υπόλοιπα μαγαζιά, ξενοδοχεία κ.λπ. βρίσκονται γύρω από τον κύριο οικισμό. Παλιές αγροτικές κατοικίες, τα σπίτια της Μάρπησσας έχουν ανακαινιστεί με σεβασμό και τα περισσότερα είναι ενεργά και ζωντανά. Ίσως αυτό εξηγεί γιατί οι ντόπιοι κρατούν ακέραιο τον οικιστικό χαρακτήρα του χωριού, αρνούμενοι να επιτρέψουν εμπορικές δραστηριότητες. Κάποια λίγα σπίτια ενοικιάζονται μέσα από πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης, αλλά αυτό δεν γίνεται εύκολα αντιληπτό, όπως σε άλλες περιοχές, όπου η τουριστικοποίηση έχει σαρώσει τα πάντα. Η απουσία εμπορικής δραστηριότητας στρέφει αναγκαστικά το βλέμμα σε άλλα στοιχεία.
Το σεργιάνι στα στενά της Μάρπησσας θα σας περάσει από τα «βόλτα», όπως λένε οι ντόπιοι τις καμάρες, δεκάδες εκκλησάκια, το Μουσείο Γλυπτικής «Νίκου Περαντινού», το Λαογραφικό Μουσείο που λειτουργεί με τη φροντίδα του Συλλόγου Γυναικών και το Εκκλησιαστικό Μουσείο που βρίσκεται δίπλα στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος, όπου εκτίθενται εικόνες του 16ου και του 17ου αιώνα από διάφορα ξωκλήσια της περιοχής. Στα αξιοθέατα του χωριού έχει συμπεριληφθεί εσχάτως –και κυρίως στο σύμπαν του ίνσταγκραμ– μια ροζ πόρτα, την οποία θα δείτε σε λίστες με τα καλύτερα σημεία για σέλφι στο νησί. Αξέχαστη εμπειρία είναι η ανάβαση στον λόφο του Κεφάλου έξω από τη Μάρπησσα. Στα ερείπια παλιού κάστρου χτίστηκε το μοναστήρι του Αγίου Αντωνίου και το σημείο προσφέρει μοναδική θέα τόσο προς την ενδοχώρα όσο και προς τη θάλασσα και απέναντι τη Νάξο.
Η νότια και δυτική πλευρά του νησιού, από τον Δρυό μέχρι και την Πούντα, διαθέτει πολλές παραλίες και μικρά χωριά. Και εδώ ο κόσμος είναι λιγότερος από ό,τι στη Νάουσα και στην Παροικιά. Και καθώς η Πάρος παλεύει να διατηρήσει παλιές ή να ανακαλύψει νέες ταυτότητες, ο ήλιος σηκώνεται ξανά για να φωτίσει το αυθεντικό κυκλαδίτικο τοπίο της.
Ένα μοναδικό χωριό, ένα σπουδαίο φεστιβάλ
Ο παραδοσιακός οικισμός της Μάρπησσας γνωρίζει μια πραγματική αναβίωση και ανάπτυξη με ήπιο και διακριτικό τρόπο, αποφεύγοντας τον σκόπελο του υπερτουρισμού. Σημαντικό ρόλο έχει διαδραματίσει η πρωτοβουλία ντόπιων και εθελοντών που διοργανώνουν εδώ και δώδεκα χρόνια το φεστιβάλ «Διαδρομές στη Μάρπησσα». Προσεγγίζοντας την παράδοση με σύγχρονο τρόπο και ζυμώνοντάς τη με την πραγματικότητα, οι άνθρωποί του έχουν καταφέρει να αποφύγουν οτιδήποτε φολκλόρ, εντάσσοντας την πολιτιστική κληρονομιά σε μια βιώσιμη πρόταση που απευθύνεται σε σύγχρονους ταξιδιώτες. Φέτος, το τριήμερο βιωματικό πολιτιστικό φεστιβάλ έχει ως θέμα την παριανή κατοικία και οι σχετικές εκδηλώσεις θα πραγματοποιηθούν από τις 26 έως τις 28 Αυγούστου (stimarpissa.gr). Εθελοντές έχουν προχωρήσει σε σημαντικές τοπικές καταγραφές που αφορούν την αρχιτεκτονική, την ιστορία, τα πρόσωπα και την καθημερινή ζωή στο χωριό, τις οποίες μπορείτε να δείτε στον ιστότοπο blueheritage.gr.
Παραλίες για όλα τα γούστα
Γεμάτο αμμώδεις παραλίες με καθαρά και κρυστάλλινα νερά είναι το νησί της Πάρου. Οι περισσότερες είναι αρκετά ρηχές, κάνοντας τον προορισμό ιδανικό και για παιδιά. Αρκετές διαθέτουν beach bar, αλλά αυτά καταλαμβάνουν μόνο ένα μέρος τους, αφήνοντας χώρο και για όσους προτιμούν τις ελεύθερες παραλίες. Αν θέλετε κόσμο και μουσική, θα πάτε στην Πούντα, στο θρυλικό beach bar Punda Beach, που πλέον ονομάζεται Punda Coast.
Στον Φάραγκα, στα νότια, λειτουργεί το ομώνυμο beach bar, το ίδιο και στην παραλία Μοναστήρι, που είναι ιδιαίτερα ρηχή, αλλά παρουσιάζει ενδιαφέρον με πολλούς κολπίσκους και βράχια στα δεξιά και αριστερά. Κοντά στην Παροικιά, αναζητήστε την υπέροχη αμμουδιά του Κριού, με το beach bar Marcelo να λειτουργεί στη δεξιά πλευρά της.
Στα ανατολικά, η φήμη της Χρυσής Ακτής, αγαπημένης των surfers, με τα πολλά beach bars και δυνατότητα για θαλάσσια σπορ, έχει ξεπεράσει τα σύνορα του νησιού. Εξίσου πολυφωτογραφημένες είναι και οι Κολυμπήθρες, με τους λείους επίπεδους βράχους να δημιουργούν ένα ιδιαίτερο τοπίο, λειτουργώντας και ως σημεία για βουτιές.
Επίσης, η Σάντα Μαρία και η μικρή Σάντα Μαρία στα βόρεια συγκεντρώνουν κόσμο και είναι οργανωμένες. Από τις ωραιότερες παραλίες είναι ο Λολαντώνης στα νότια, που διαθέτει και ένα διακριτικό beach bar στη δεξιά πλευρά.
Αν δεν σας αρέσουν οι οργανωμένες καταστάσεις, αναζητήστε τη Λάγκερη στα βόρεια, τον Καλόγερο στα ανατολικά και τη Μακριά Μύτη στα νότια. Έχετε υπόψη ότι στα περισσότερα beach bars οι ξαπλώστρες χρεώνονται έξτρα, με τιμές που ξεκινούν από τα 20 ευρώ το σετ με ομπρέλα και φτάνουν μέχρι και τα 100 ευρώ, ανάλογα με την περίοδο.
Εικονογράφηση: Φίλιππος Αβραμίδης
Πηγή: kathimerini.gr