Ο "Γκάντι" της Πάρου, οι "Βιώσιμες Κυκλάδες" και η ξαπλώστρα των 50 ευρώ

"Έχω έρθει στα γραφεία του Inside Story για να συζητήσω με τον Τάσο Τέλλογλου για τη βιωσιμότητα στις Κυκλάδες. Τι είναι η βιωσιμότητα; Η ικανότητα μιας περιοχής να δέχεται πρόσθετες ανθρώπινες δραστηριότητες, χωρίς να υποβαθμίζεται ανεπανόρθωτα το περιβάλλον", λέει η δημοσιογράφος της Athens Voice Δήμητρα Γκρους.

Όσο μπαίνεις σε αυτή τη συζήτηση, καταλαβαίνεις ότι για την Ελλάδα είναι μονόδρομος να προστατεύσει το φυσικό της πλούτο, και μαζί το τουριστικό της προϊόν, κάτι που ο Τάσος Τέλλογλου μπορεί να σου το δώσει να το καταλάβεις με πολλούς τρόπους και παραδείγματα από το πεδίο, δηλαδή τα νησιά. Και εδώ έρχεται η έννοια του «υπερ-τουρισμού», με την οποία δεν εννοούμε απλώς την έλευση πολλών τουριστών, αλλά κυρίως την αδυναμία ενός τόπου να εξυπηρετήσει όλον αυτό τον κόσμο, επειδή:

δεν φτάνει το νερό (έτσι κι αλλιώς στις Κυκλάδες είναι λίγο),

δεν επαρκεί η ενέργεια (με αποτέλεσμα συχνές διακοπές ρεύματος),

τα αυτοκίνητα δεν χωράνε στους δρόμους (κι έτσι δημιουργείται κυκλοφοριακή συμφόρηση),

δεν υπάρχουν συστήματα διαχείρισης για τους τόνους από τα σκουπίδια (κι έχει γεμίσει το Αιγαίο πλαστικά).

Ο Τάσος Τέλλογλου στα γραφεία του Inside Story

Αν προσθέσουμε την υπερδόμηση, το ότι χτίζονται δηλαδή συνεχώς νέα τουριστικά καταλύματα, έχουμε τις εξής τρεις –αλληλένδετες– συνέπειες:
α) η ταυτότητα των νησιών αλλοιώνεται
β) η ζωή των κατοίκων πλήττεται
γ) η τουριστική εμπειρία υποβαθμίζεται.
Όχι μόνο των ξένων επισκεπτών, και η δική μας. «Κι εμείς γιατί πάμε στα νησιά; Για να έχει σκοτάδι το βράδυ και να βλέπουμε τα άστρα. Αν έχει παντού φώτα, καθόμαστε κι εδώ» μου λέει ο Τάσος Τέλλογλου, ο οποίος επιμένει ότι τα ελληνικά νησιά είναι κομμάτι της ταυτότητάς μας.

Έχω έρθει για να συζυτήσουμε για τις «Βιώσιμες Κυκλάδες», το δημοσιογραφικό project που τρέχουν με τον Γιάννη Παλαιολόγο, δημοσιογράφο της «Καθημερινής», με το οποίο παρακολουθούν τις πιέσεις που δέχονται τα νησιά των Νότιων Κυκλάδων από την ανάπτυξη του τουρισμού.

Το αρχικό έναυσµα για το πρότζεκτ των «Βιώσιµων Κυκλάδων» έδωσε ο ξυλοδαρµός του αρχαιολόγου Μανώλη Ψαρρού τον περσινό Μάρτιο. «Εµείς ξέραµε ότι η Μύκονος είναι χαµένη υπόθεση, αλλά σε αυτήν βλέπαµε το µέλλον άλλων νησιών. Είπαµε ότι µόλις τελειώσουν οι εκλογές θα το ξεκινήσουµε».

Υπήρχε και η προηγούµενη εµπειρία από το Παρατηρητήριο για το Μάτι, την πρώτη τους δηµοσιογραφική ερευνητική πρωτοβουλία µε µακροχρόνιο ορίζοντα. Τον Ιούλιο του 2018, έφτιαξαν την Πρωτοβουλία για τη ∆ηµοσιογραφία, µία Αστική Μη Κερδοσκοπική Εταιρία µέσω της οποίας έστησαν έναν µηχανισµό που παρακολουθούσαν πώς προχωράει η υλοποίηση των διαδικασιών, από τον αρχικό καθαρισµό και τη νοµοθεσία για τους εγκαυµατίες, µέχρι τη δηµιουργία του Ειδικού Πολεοδοµικού σχεδίου για το Μάτι.

Αντίπαρος

«Η ιδέα για τις “Βιώσιμες Κυκλάδες” ήταν να διαλέξουµε κάποια από τα νησιά και να κάνουµε το ίδιο, σε σχέση µε τις πιέσεις που δέχονται από την ανάπτυξη του τουρισµού. Εγώ πήρα τη Μύκονο, τη Νάξο, τη Σαντορίνη, και ο Γιάννης Παλαιολόγος την Τήνο και τη Σίφνο. Η ανταπόκριση ήταν µεγάλη και έτσι, µετά τις δηµοτικές εκλογές του Οκτώβρη, το πρώτο που κάναμε ήταν να πάμε για μία εβδομάδα στα νησιά, τέλος σεζόν, και να αρχίσουμε να καταγράφουμε τα πάντα – σκουπίδια, νερό, δόμηση, δρόμους, δίκτυα, σχολεία, υγεία.

Στην πορεία, πέρα από αυτά που είχαμε στον αρχικό σχεδιασμό μας, μας προσέγγισαν οργανώσεις όπως το Cyclades Preservation Fund (CPF) –που µε τους ψαράδες της Αµοργού έφτιαξαν το Αµοργόραµα, το οποίο ασχολείται µε τη ρύπανση των ακτών από πλαστικά και την υπεραλίευση–, και µας είπαν: για τη βιώσιµη αλιεία δεν θα κάνετε τίποτα; Και µετά έρχονταν ένα-ένα και τα άλλα νησιά, Αµοργός, Τζια, Κύθνος... και έλεγαν, εγώ γιατί να µην είµαι µέσα…;» Μου δείχνει ένα Α4 κολλημένο στον τοίχο με όλα σχεδόν τα νησιά του νότιου Αιγαίου, τα οποία ζήτησαν να ενταχθούν στις «Βιώσιμες Κυκλάδες».

Ο Τάσος Τέλλογλου για τα προβλήματα του υπερ-τουρισμού στις Κυκλάδες

«∆εν µπορούσαµε να τα αναλάβουµε όλα, µπορούσαµε όµως να ασχολούµαστε όταν προέκυπτε ένα µεγάλο θέµα. Εγώ, που είµαι Παριανός, την Πάρο δεν την συµπεριέλαβα, γιατί δεν χρειάζοµαι κάποιον ειδικό µηχανισµό για να µαθαίνω τι γίνεται εκεί, μαθαίνω κάθε μέρα – γράφουµε συνέχεια για την Πάρο, όπως και για τα άλλα νησιά. Να πούµε ότι το Inside story, σηµαντικό κοµµάτι αυτής της προσπάθειας, είχε έτσι κι αλλιώς τις Κυκλάδες στη θεµατολογία του – είχε ασχοληθεί με το νερό, την ενέργεια, το κίνημα της πετσέτας, τα πολεοδομικά τη Σίφνου... Απλά, μετά τον ξυλοδαρμό του Ψαρρού, το όλο θέμα απέκτησε μια δραματικότητα. Καταλάβαμε ότι η δύναμη που πάει να καταλάβει τα νησιά είναι τόσο μεγάλη, που ούτε ο κρατικός μηχανισμός μπορεί να κάνει κάτι.

Αντίπαρος

Και νομίζω ότι το κατάλαβε και η κυβέρνηση τότε. Αυτό δείχνει η επιμονή της να εφαρμοστεί μέχρι τέλους η νομοθεσία στην περίπτωση του Principote –που δεν ξέρουμε ακόμα αν είχε σχέση με τον ξυλοδαρμό αλλά συμβόλιζε την αυθαιρεσία στο νησί–, και στο τέλος εφαρμόστηκε το πρωτόκολλο κατεδάφισης κατά γράμμα.

Οι μόνοι που δεν το κατάλαβαν ήταν οι τοπικοί βουλευτές και οι τοπικοί άρχοντες. Η τοπικότητα τις περισσότερες φορές στις Κυκλάδες λειτουργεί σε βάρος της βιωσιμότητάς τους. Αν και πιστεύω ότι πολλές από τις αλλαγές που έγιναν στην αυτοδιοίκηση στις εκλογές το φθινόπωρο έχουν σχέση και με αυτά, δηλαδή ο κόσμος είπε ότι κάπου πρέπει να βγάλουμε όρια».

— Δεν το είπαν μόνο οι νησιώτες. Με τα νησιά ο Έλληνας έχει συναισθηµατική σχέση, είναι µέρος της βιογραφίας µας. Μας ενοχλεί όταν χάνεται ο χαρακτήρας τους ή όταν δεν µπορούµε να πάµε γιατί είναι πάρα πολύ ακριβά.

Τα νησιά είναι κοµµάτι της ελληνικής µας ταυτότητας. Υπήρχε ένα παλιό τραγούδι που έλεγε εµείς ψωµί δεν έχουµε τους ξένους δεν τους θέλουµε. Σήµερα λέµε το αντίθετο, ότι τους έχουµε ανάγκη. Όµως αν η αντιπαράθεση ανάπτυξη - περιβάλλον αποκτήσει ταυτοτικές διαστάσεις, καµία πολιτική δύναµη δεν µπορεί να κερδίσει έναν ταυτοτικό πόλεµο. Τι εννοώ… Πάρα πολλοί άνθρωποι στα νησιά βγάζουν λεφτά, αλλά δεν είναι ευτυχισµένοι.

Μία ταβερνιάρισσα, σε ένα µικρό µέρος στην Πάρο, που είχε 15 τραπέζια και τώρα έχει 100, ήρθε πέρσι στο τραπέζι µας σχεδόν κλαίγοντας επειδή 11 άνθρωποι παρήγγειλαν µακαρονάδα µε γαρίδες την ίδια ώρα. Αυτή, λοιπόν, είναι ένας άνθρωπος δυστυχισµένος γιατί έχει χάσει τον έλεγχο της δουλειάς της. Το µεγάλο σουπερµάρκετ της Πάρου πουλήθηκε στον Σκλαβενίτη γιατί δεν µπορούσαν να βρουν εργαζόµενους ούτε αποθηκευτικούς χώρους, έπρεπε να φέρνουν δύο νταλίκες νερά την ηµέρα. Με λίγα λόγια, τόπος είναι πολύ µικρός για αυτά τα µεγέθη.

Σαντορίνη

— ∆ηλαδή, πέρα από την αλλαγή του φυσικού τοπίου, τους ντόπιους τους πονάει κάτι που τους ακουµπάει πολύ πιο βαθιά.

Το πρώτο είναι ο ψυχικός πόνος της αδυναµίας να διαχειριστούν τα πλήθη. Έχω µιλήσει µε 100 επαγγελµατίες που µου λένε όλοι «δεν µπορώ άλλο, θέλω να πουλήσω και να φύγω». Που µόνοι τους το έφτιαξαν αυτό. Και εκεί είναι η χρυσή ευκαιρία για την πολιτεία… Βέβαια εδώ έρχεται η ανάγκη να ξανασκεφτούμε ποια είναι πλέον η έννοια της εντοπιότητας. Ένας ευρωπαίος συνταξιούχος που αγοράζει ένα σπίτι και μετά από πέντε χρόνια το πουλάει πιο ακριβά και πάει στο διπλανό νησί είναι ντόπιος; Ο digital nοmad που μένει στο νησί; Ο Πακιστανός που δουλεύει στο σουπερμάρκετ 15 χρόνια; Η έννοια της ταυτότητας δεν είναι πια τα ίδια.

Εγώ πήγα 2 χρονών σε ένα νησί που δεν είχε ρεύμα και κυκλοφορούσα ξυπόλητος όλο το καλοκαίρι. Δεν μπορούμε να γυρίσουμε εκεί. Όταν όμως με χτυπάς στη βάση της ύπαρξής μου, δηλαδή όταν είμαι ένα παιδί που δουλεύω στον φούρνο ή σεζόν, και στην κοντινή παραλία που μπορώ να πεταχτώ για να δροσιστώ –ενώ πεθαίνω στη δουλειά όλο το καλοκαίρι–, έχεις βάλει την καρέκλα 50 ευρώ, τότε θα αντιδράσω. Γι’ αυτόν που μένει εκεί, η παραλία του, που έκανε μπάνιο όταν ήταν παιδί, είναι ένα κομμάτι της ταυτότητάς του, έτσι δεν είναι;

— Αυτό οδήγησε πέρσι στο Κίνηµα της Πετσέτας; Ήταν εναντίον της κατάληψης των παραλιών από επιχειρηµατίες του τουρισµού. Να θυμίσουμε ότι ξεκίνησε από την Πάρο, αλλά οδήγησε σε κινητοποιήσεις σε πολλές περιοχές της χώρας. Έγιναν αυτόφορα, μηνύσεις, μπήκαν πρόστιμα και η κυβέρνηση τροποποίησε τον σχετικό νόμο, περιορίζοντας τις αρμοδιότητες των δήμων. Πώς ξεκίνησε όλο αυτό;

Στην Πάρο υπήρχε μία ομάδα ανθρώπων μεγάλης ηλικίας που πάντα είχαν οι περιβαλλοντικές ευαισθησίες ανεξάρτητα πού ανήκαν πολιτικά, μέλη του Αρχίλοχου, ενός ιστορικού πολιτιστικού συλλόγου. Κάποιοι από αυτούς με επικεφαλής τον Χρήστο Γεωργούση, που είναι ο Γκάντι μας στην Πάρο, δημιούργησαν τη λεγόμενη Κίνηση Πολιτών – τώρα την Κυριακή έχουμε συνέλευση. Μαζεύονται και θέτουν τα θέματα: παραλίες, πλαστικά, οριοθέτηση στις ανεμογεννήτριες... Γιατί και με τις ανεμογεννήτριες έχει δημιουργηθεί ένα θέμα, είναι άλλο να βάλεις 10-20 σε ένα μικρό νησί κι άλλο 100. Όταν αλλοιώνεται το τοπίο και γίνεται αστικό, ακόμα και σε επίπεδο τουρισμού πουλάς κάτι άλλο από αυτό που είσαι. Δηλαδή πρέπει να φτάνει ο άλλος σε έναν τόπο και να λέει εδώ είμαι στη Νάξο, εδώ στην Αμοργό, εδώ στην Πάρο, να τον αναγνωρίζει αυτόν τον τόπο.

Οπότε, ξεκίνησε η Κίνηση Πολιτών με τις παραλίες και όταν τελείωσαν και οι δεύτερες εκλογές είπαν και τώρα για να δούμε μία-μία τι γίνεται σε σχέση με τη συμβάσεις που έχουν. Τι έκαναν; Μέτρησαν τα τετραγωνικά που έπρεπε να είχε ο κάθε επιχειρηματίας στην παραλία, χρησιμοποιώντας τα ψηφιακά εργαλεία από τους δορυφόρους, και μετά είπαν, συγγνώμη, παιδιά, δεν έχετε δώσει τέτοια συμβόλαια. Εκεί λοιπόν δεξιός, αριστερός, κεντρώος μπορούσαν να συναντηθούν και να εκτονώσουν τον θυμό τους.

Στη διαδήλωση που κάναµε στην παραλία πίσω µας ήταν ο παπάς και πιο πίσω ένας υπάλληλος της αστυνοµίας, ήταν δηλαδή όλο το νησί. Και παρότι στα μικρά μέρη υπάρχουν σχέσεις και είναι δύσκολο να πεις στον άλλον «θα είμαι εναντίον σου, γιατί αυτό είναι εναντίον του κοινού καλού», η ιστορία των παραλιών για πρώτη φορά έκανε ένα μέρος των νησιωτών δυσάρεστους σε συντοπίτες τους που έκαναν αυθαιρεσίες. Και αυτοί που έγιναν δυσάρεστοι σε συντοπίτες τους, για να ξαναγυρίσω στην αρχική μου σκέψη, δεν θα διστάσουν να γίνουν δυσάρεστοι στους επισκέπτες. Και σε αυτό το σημείο το στοίχημα του τουρισμού θα έχει χαθεί.

Διαμαρτυρία της Κίνησης Πολιτών Πάρου για Ελεύθερες Παραλίες στη μικρή Σάντα Μαρία, 2023

— Η ιδέα είναι ότι ο τουρισµός πρέπει να έχει περιορισµούς που να αντιστοιχούν σε αυτό που ονοµάζουµε «φέρουσα ικανότητα», πόσο αντέχουν οι υποδοµές κάθε τόπου.

Οι εκπρόσωποι της βιοµηχανίας του τουρισµού και οι ξενοδόχοι θα σου πουν ότι µπορούµε να µεγαλώσουµε τις υποδοµές απεριόριστα. Αυτό δεν είναι σωστό. Για παράδειγµα η Σαντορίνη αυτή τη στιγµή έχει 4.500 χιλιάδες transfers και 5.000 rentals. To οδικό δίκτυο είναι 28 χλµ. και το συνολικό µήκος οχηµάτων 56 χλµ. Αν αυτά τα βάλεις το ένα δίπλα στο άλλο πέφτουν στη θάλασσα. Το νησί είναι ένα συγκεκριµένο κοµµάτι γης, δεν είναι σαν την ενδοχώρα. Αυτή τη στιγµή, αντί για 50 τ.µ. ανά κάτοικο, αντιστοιχούν 183 τ.µ. εκ των οποίων τα 114 τ.µ. είναι δόµηση µε τουριστικές χρήσεις.

— ∆ηλαδή, δεν µπορεί να εφαρµοστεί στα νησιά ο νόµος της προσφοράς και της ζήτησης.

Όχι, δεν µπορεί – είναι θέµα γεωγραφίας. Να σου φέρω άλλο παράδειγµα. Η Σαντορίνη είναι το πιο άνυδρο µέρος της Ελλάδας, µαζί µε την Αµοργό. Φτιάχνουν µία αφαλάτωση τον χρόνο, και έχει 3 εκ. επισκέπτες. Η ζήτηση όµως αυξάνεται µε µιάµιση αφαλάτωση τον χρόνο. Πόσες αφαλατώσεις θα φτιάξεις; Η Σαντορίνη αποφάσισε κάποια στιγµή, το 2012-13, ότι θα γίνει το νησί των ερωτευµένων, ότι θα πηγαίνουν οι Κινέζοι να παντρευτούν εκεί και ότι πρέπει να έχουνε όλα τα δωµάτια τζακούζι – ερήµην του νερού της, και ήταν λάθος απόφαση.

Σαντορίνη

— Και µετά εµφανίζονται ένα-ένα και όλα τα υπόλοιπα: όπως, τι κάνεις µε τα σκουπίδια;

Έχουµε γεµίσει το Αιγαίο µε πλαστικά επειδή τα σκουπίδια είναι πάρα πολλά στα νησιά. Αυτή τη στιγµή η χωµατερή µας είναι η θάλασσα. Θέλουµε να κολυµπάµε σε µια χωµατερή; Αυτό υποβιβάζει την εµπειρία του επισκέπτη, του λέει... µην έρχεσαι. Πού το ξέρω; Γιατί κι εµείς έχουµε πει πολλές φορές καλοκαίρι δεν πάω εκεί. Εγώ πέρσι, αν δεν ήτανε οι συγκεντρώσεις για τις παραλίες, τις καλύτερες διακοπές τις έκανα στα Γιάννενα.

— Αυτό, ξέρεις, είναι ένα επιχείρηµα που λέει ότι Ελλάδα δεν είναι µόνο Κυκλάδες. Υπάρχουν κι άλλα ωραία µέρη για διακοπές.

Σύμφωνοι, αλλά η προσπάθεια αυτή τη στιγμή είναι να γίνουν όλα τα ωραία μέρη σαν την Πάρο. Θα σου φέρω ένα παράδειγμα, πάλι από τις Κυκλάδες. Υπάρχουν νησιά που δεν πιάνει το κρουαζιερόπλοιο – ο επισκέπτης κρουαζιέρας είναι ο χειρότερος, αφήνει πίσω του μηδαμινές εισπράξεις και απορρίμματα.

Η Σαντορίνη των 23.000 κατοίκων, φέτος, κάποιες ημέρες θα δεχτεί ισόποσους επισκέπτες κρουαζιέρας – έχει εφτά κρουαζιερόπλοια λόγω του πολέμου στο Ισραήλ. Κάποια θα τα στείλουν στην Αμοργό. Υπάρχει εκεί μια παραλία που χωράει 100 ανθρώπους, που όταν έρχεται το κρουαζιερόπλοιο όλοι αυτοί πρέπει να φύγουν. Ή θα το στείλουν στα Κουφονήσια, αλλά τα Κουφονήσια έχουν αυτή τη στιγμή τον μεγαλύτερο αριθμό επισκεπτών προς μόνιμο κάτοικο. Είναι το πρώτο μικρό νησί που καταστρέφεται – ήταν ένα ψαροχώρι με 2 χλμ. δρόμο και τώρα τα αυτοκίνητα δεν έχουνε πια πού να κατέβουν.

Αν λοιπόν τους βγάζουμε από τη Μύκονο και τη Σαντορίνη, και απλά σπρώχνουμε την πίεση στα άλλα νησιά, στο τέλος δεν θα μείνει τίποτα. Και μετά θα πάμε και στα Γιάννενα και στα Ζαγόρια – υπάρχουνε κι εκεί χωριά που είναι επιβαρυμένα, γιατί ένα φαράγγι ή ένας ορεινός οικισμός επίσης δεν χωράει πάρα πολλούς ανθρώπους.

Αν το πάρουμε ιστορικά, λόγω οικονομικής κρίσης, για να επιβιώσουμε, ήμασταν αναγκασμένοι να δώσουμε ορισμένα από τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας, που ήταν το φυσικό περιβάλλον, ο ήλιος και η θάλασσα. Το κάναμε σιωπηρά, όλοι μαζί. Για παράδειγμα, ανεχτήκαμε αυτό που γίνεται με το airbnb. Υπάρχει διάταξη που λέει ότι σε κάποιες περιοχές στα σπίτια δεν πρέπει να νοικιάζονται για πάνω από 60 ή 90 μέρες, το διάταγμα είναι του ’16, αλλά δεν ίσχυσε ποτέ. Γιατί;

— Γιατί χρειαζόμασταν αυτό το εισόδημα.

Άρα; Τι είπαμε σαν κοινωνία; Θα συμφωνήσουμε να πάρουμε αυτό το εισόδημα και ας μη βρίσκει το παιδί μου σπίτι μετά. Ένας μεγαλοπαράγοντας των ακινήτων μου είχε πει κάποτε δεν χρειάζεται οι Αθηναίοι να μένουν στο κέντρο της Αθήνας – είναι σαν το επιχείρημα δεν χρειάζονται οι  Έλληνες να πηγαίνουμε διακοπές στις Κυκλάδες. Το χωριό μου στην Πάρο, η Μάρπησσα, το καλοκαίρι γίνεται θεματικό πάρκο, αντί να ακούς τζιτζίκια ακούς τους τύπους με τα ροδάκια, τοκ τοκ τοκ… δεν υπάρχουν κάτοικοι, όλοι νοικιάσανε τα σπίτια τους. Και το κέντρο της Αθήνας, αν έχει μόνο ξένους, δεν θα είναι θεματικό πάρκο; Το θέλουμε αυτό;

Πιστεύω ότι έχουμε φτάσει σ’ ένα σημείο που, αφού ξεφύγαμε από τον κίνδυνο, πρέπει το εκκρεμές να αρχίσει να γυρνάει. Για εμένα αυτό σηματοδοτούν οι “Βιώσιμες Κυκλάδες”. Διότι αν το αφήσουμε κι άλλο, την επόμενη φορά που θα χρειαστεί να δώσουμε κάτι δεν θα έχουμε τίποτα.

Αυτή τη στιγµή η χωµατερή µας είναι η θάλασσα

— Και τι µπορεί να γίνει;

Η κυβέρνηση και το κράτος ξέρουν τι μπορεί να γίνει. Κι εμείς ξέρουμε. Είναι αυτό που λέει ο Πάρις Τσάρτας, καθηγητής Τουρισμού, ότι για να αρχίσουν να παίρνονται μέτρα πρέπει πρώτα απ’ όλα να αναγνωρίσεις ότι αυτός που κάθεται απέναντί σου έχει άλλα συμφέροντα από σένα και ότι πρέπει να τα βρείτε κάπου στα μισά του δρόμου. Στις τοπικές κοινωνίες όμως υπάρχει ο αγαπησιάρικος ελληνικός τρόπος, που δεν θέλουμε να χαλάσουμε τη ζαχαρένια του άλλου. Όπως είχε πει κάποια στιγμή ο Σκυλακάκης, δεν πάει ένας υπάλληλος του Νερού στην ταβέρνα που τρώει κάθε μεσημέρι να του πει ότι έχει απλήρωτο λογαριασμό. Έχει μια αλήθεια αυτό.

Άρα ποιος μπορεί να το κάνει; Το κεντρικό κράτος, εφόσον δεν υπολογίσει το πολιτικό κόστος. Πέρσι συνάντησα κάπου μια υπουργό της κυβέρνησης και τη ρώτησα, τι θα κάνετε για τα νησιά; Μου απάντησε «τα νησιά τα έχουν καταστρέψει οι ντόπιοι». Μα τα νησιά δεν ανήκουν στους ντόπιους, είναι μέρος της ελληνικής ταυτότητας, είναι και των παιδιών μας και των δικών τους παιδιών.

— Tο Κίνηµα της Πετσέτας έδειξε ότι έχει νόηµα να ασχολούνται όλο και περισσότεροι, ειδικά στις τοπικές κοινωνίες.

Φυσικά! Γιατί είναι ένα κομμάτι του ποιοι είμαστε, και ξαναγυρνάμε στη συζήτηση για την ταυτότητα. Για τους νησιώτες, η παραλία είναι τόπος συνάντησης. Εγώ όταν ο μικρός εκεί συναντούσα τους ανθρώπους, τα παιδιά μου δεν έχουνε πια πού να συναντηθούν. Ακόμα και σήμερα η παραλία είναι πολύ κεντρικό σημείο στο νησί. Αν θέλω να συναντήσω πέντε φίλους που ξέρω ότι κάνουν διακοπές στο νησί, στην παραλία θα πάω να τους βρω. Όταν λοιπόν εσύ μου παρατάσσεις ανάκλιντρα, πώς θα γίνει; Είναι κάτι θεμελιώδες, δεν έχει τίποτα το ιδεολογικό. Χώρια τα άλλα τραγικά που μου έλεγαν, ότι πήγαν θερινό σινεμά τέλη Μαΐου και έσπασε ο βόθρος και μπορείς να φανταστείς τι έγινε στη μέση της ταινίας. Τα συστήματα αποχέτευσης δεν άντεξαν και μύριζε όλη η Πάρος. Με μια κουβέντα, το μέρος είναι μικρό για τόσο πολλούς ανθρώπους. Και είναι παντού το ίδιο πρόβλημα.

Αν το σκεφτείς, τα νησιά είναι ηφαιστειακά βραχάκια – είναι τρελό να γεμίζουμε ένα βραχάκι με 3,5 εκ. ανθρώπους. Η μέση παραμονή στη Σαντορίνη είναι δυόμισι μέρες, οι μισοί έρχονται για Ίνσταγκραμ. Το νησί έχει βουλιάξει. Όταν πήγα στη Σαντορίνη για να γράψω τα προβλήματα, 15 Οκτωβρίου, είχε μιάμιση ώρα αναμονή στον ήλιο, στο τελεφερίκ.  Δηλαδή, και ο τουρίστας δεν περνάει καλά.

Κυκλάδες

— Μου είπες, στο τηλέφωνο, ότι το σαββατοκύριακο θα πας στη Σαντορίνη. Τι θα κάνεις εκεί;

Θα συντονίσω µια εκδήλωση στην οποία θα προβληθεί η «Φωνή Αιγαίου», ένα ντοκιµαντέρ της Λυδίας Καρρά του 2004. Το βλέπεις και παθαίνεις dejavu! Λες, συγνώµη τι κάνουµε; Τα λένε όλα ήδη από το 2004. ∆ηλαδή τι; Ότι το Αιγαίο που αγαπήσαµε εξαφανίζεται µε γοργούς ρυθµούς και στη θέση του αναδύεται ένα ατέλειωτο γιαπί. Θα είναι εκεί και οι νησιώτες που µιλούν στην ταινία, 20 χρόνια µεγαλύτεροι! Και µετά θα γίνει µία συζήτηση µε ξενοδόχους και επαγγελµατίες του τουρισµού. Η Σαντορίνη αρχίζει και πέφτει τουριστικά, µείον 10% πέρσι, µείον 10% πρόπερσι… Φαίνεται ότι έχει καβαλήσει το πιο ψηλό σηµείο και τώρα αρχίζει η κάθοδος, και η Μύκονος το ίδιο.

«…Το Αιγαίο είναι ένα καράβι που ταξιδεύει αιώνες. Το θέµα είναι εµείς τι θα αφήσουµε πίσω µας…» λέει ένας νησιώτης το 2004 στο ντοκιµαντέρ. ∆εν µπορούµε να γυρίσουµε πίσω, αλλά µοιάζει αναγκαίο να πατήσουµε φρένο και να βάλουµε κανόνες. Όπως είπαμε και στην αρχή, για την Ελλάδα είναι µονόδροµος να προστατεύσει το φυσικό της πλούτο, και µαζί το τουριστικό της προϊόν. Και η δηµοσιογραφία έχει να παίξει σηµαντικό ρόλο σε αυτό – ρίχνοντας φως στα προβλήµατα, εποπτεύοντας για αυθαιρεσίας, ελέγχοντας την εξουσία, αναδεικνύοντας θετικά πρότυπα. Αυτό κάνουν οι «Βιώσιµες Κυκλάδες».

Πηγή: Athens Voice