«Παπά, πες τε στους γονείς μου
να με συγχωρέσουν για τον πόνο
που τους προκάλεσα»
Ο Νικόλαος Στέλλας γεννήθηκε στην Πάρο το 1921 και ήταν το πέμπτο από εννέα παιδιά της οικογένειας του Γιακουμή Στέλλα και της Μαριγώς Κυδωνιέως. Τον Μάϊο του 1944 και ενώ η Πάρος τελούσε υπό Γερμανική κατοχή, ο Νικόλαος Στέλλας συμμετείχε σε επιχείρηση δολιοφθοράς κατά των Γερμανών.
Tα γεγονότα από τη νύχτα της 16ης Μαΐου
Στην περιοχή Τρυπητή αποβιβάζονται τη νύχτα της 14ης Μαΐου, ομάδες κομάντος αποτελούμενες κυρίως από Άγγλους και Έλληνες με επικεφαλής τον Δανό λοχαγό Anders Lassen. Αρχικά κρύβονται σε μια παρακείμενη σπηλιά και στη συνέχεια οδηγούνται στην κατοικία του Ιακώβου Στέλλα που βρίσκεται στη θέση Άη-Γιώργης παίρνοντας σαν οδηγό και συνεργάτη τον υιό του Νικόλα (που εργαζόταν στο αεροδρόμιο) μαζί με τους αδελφούς του Μανώλη και Χρήστο, ο οποίος γνώριζε να τους οδηγήσει προς τα χωριά και το αεροδρόμιο, αφού αποστολή τους ήταν η δολιοφθορά των Γερμανών και των εγκαταστάσεών τους. Την 1η ομάδα δράσης αποτελούσαν Άγγλοι κομάντος και ο Νικόλαος Στέλλας. Την 2η ομάδα ο αστυνομικός Μανώλης Γρυλλάκης, ο Ανθυπολοχαγός Σοφούλης και ο Γιάννης Αλιπράντης. Την 3η Ομάδα ο Αντώνης Δελέντας και βοηθητικές ομάδες που αποτελούσαν ο Παναγιώτης Εμμ. Τσιγώνιας, ο Δημήτρης Περαντινός κ. α.
Όλες οι ομάδες προσυνεννοημένες για την αποστολή και ώρα κοινής δράσης, (22:30 της 16ης Μαΐου) είχαν καταλάβει με αυστηρή κάλυψη νευραλγικά σημεία στον περιβάλλοντα χώρο. Το σχέδιο είχε ως εξής: Η 1η ομάδα θα κατέστρεφε τους ασυρμάτους του Γαλιού κα τις αντιαεροπορικές εγκαταστάσεις του αεροδρομίου (ο Γαλιός είναι μικρός λοφίσκος ΒΔ του χωριού Μάρμαρα, γνωστός και ως λόφος του Αγίου Αντωνίου). Η 2η ομάδα θα περικύκλωνε την κατοικία του διοικητή του αεροδρομίου Tabel, η οποία βρισκόταν φρουρούμενη στο χωριό του Τσιπίδου. Η 3η ομάδα θα κατέστρεφε τούς κεντρικούς ασυρμάτους που βρίσκονταν στο χωριό του Δραγουλά και η 4η βοηθητική ομάδα θα έκοβε το τηλεφωνικό καλώδιο στο ύψος της εκκλησίας της Φλουριάς.
Ενώ η ώρα δράσης πλησίαζε και όλα έβαιναν καλώς ακούγεται ένα γάβγισμα σκύλου απ’ τη θέση του Γαλιού και ταυτόχρονα τρείς ισχυροί πυροβολισμοί και εκτοξεύεται μία φωτοβολίδα που μετατρέπει την περιοχή του αεροδρομίου και των χωριών σε μέρα με αποτέλεσμα να χαθεί η κάλυψη και το στοιχείο του αιφνιδιασμού.
Η αποστολή όμως συνεχίζεται και η βοηθητική ομάδα κόβει το καλώδιο προς τον Άγιο Αντώνιο. Η 2η εισβάλλει στην κατοικία του Διοικητή Tabel, τον συλλαμβάνει και φονεύει τον υπασπιστή του ενώ άλλα μέλη της ίδιας ομάδας καταστρέφουν τούς ασύρματους του Τσιπίδου και φονεύουν τούς Γερμανούς ασυρματιστές. Η 1η Ομάδα ενεργεί στο Γαλιό σύμφωνα με το σχέδιο και η 3η Ομάδα στο Δραγουλά, καταστρέφει μια γερμανική αποθήκη και αποκόπτει την τηλεφωνική γραμμή προς το αεροδρόμιο.
Τα μεσάνυχτα όλα έχουν τελειώσει και οι κομάντος που αποτελούν την 1η Ομάδα συγκεντρώνονται στον Άγιο Χαράλαμπο ΝΔ του Τσιπίδου σύμφωνα με το πρόγραμμα. Εκεί στο προσκλητήριο διαπιστώνεται ότι απουσιάζουν ο Νικόλαος Στέλλας και ο Άγγλος γιατρός. Λόγω των συνθηκών δεν είναι δυνατή η συνέχιση της απαγωγής του Διοικητή και τον αφήνουν βαριά τραυματισμένο ενώ η υπόλοιπη ομάδα παραλαμβάνει τον τραυματισμένο Γρυλλάκη και με φουσκωτή λέμβο από το Πίσω Λιβάδι, επιβιβάζονται στο πλοίο των κομάντος που τούς ανέμενε και φεύγουν για την Ηρακλειά.
Τη νύχτα της 16ης Μαΐου οι Γερμανοί συνέλαβαν τον άτυχο Νικόλαο Στέλλα, τον μεταφέρουν για ανάκριση και τον υπέβαλαν σε βασανιστήρια προκειμένου να ομολογήσει την πορεία της σχεδιαζόμενης επίθεσης καθώς και τους συνεργούς του.
Ο Νικόλας στάθηκε αλύγιστος και δεν έδωσε καμιά πληροφορία στους Γερμανούς. Την επομένη αφού δικάστηκε αποφασίσθηκε να εκτελεσθεί δι’ απαγχονισμού, πράγμα που έγινε στις 22 Μάϊου.
Τον ρώτησαν:
«Ποια είναι η τελευταία σου επιθυμία;» και εκείνος απάντησε «Να εξομολογηθώ και να κοινωνήσω». Τότε κάλεσαν τον ιερέα της ενορίας παπα Γιάννη Παπάζογλου από τον οποίο ο Στέλλας ζήτησε να μεταφέρει στους γονείς του το μήνυμα ………«να τον συγχωρήσουν για τον πόνο που τους προκάλεσε».
Ανήμερα των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης τον οδήγησαν με τα χέρια δεμένα στο ικρίωμα στην πλατεία του Τσιπίδου. Αφού απαγχονίστηκε το πτώμα του εκτέθηκε σε δημόσια θέα για παραδειγματισμό στην πλατεία όπου σήμερα βρίσκεται η προτομή του (έργο του γλύπτη Νικ. Περαντινού).
Ο έφεδρος ανθυπολοχαγός Σοφούλης που συμμετείχε στην αποστολή….γράφει:
«Όταν διαπιστώθηκε ότι στην αποστολή μετείχαν τρία αδέλφια της οικογένειας Στέλλα, ο Χρήστος, ο Μανώλης και ο Νικόλας, τους τονίσαμε ότι για λόγους ασφαλείας θα πρέπει να μείνει μόνο ένας, ο γνώστης του αεροδρομίου των Γερμανών που θα γινόταν το σαμποτάζ». -«Εγώ θα μείνω», είπε αυτόματα ο Νικόλας.
-«Ως εδώ που τους οδηγήσαμε καλά είναι», του απάντησε ο ένας εκ των αδελφών του».
-«Τι; Φοβάσαι;», τον έκοψε απότομα ο Νικόλας.
-«Κι αν πιαστείς, ξέρεις τι μπορεί να γίνει; Σκέφτεσαι πόσες μανάδες θα κλάψουν;»
-«Μόνο μία θα κλάψει! Η δική μας μάνα, καμία άλλη. Δεν πρόκειται να μαρτυρήσω τίποτα έστω και με κρεμάσουν!!!», απάντησε προφητικά ο Νικόλας και ο διάλογος έκλεισε.
Μάλιστα η ιστορία δεν τελειώνει εκεί. Λίγες μέρες μετά οι Γερμανοί κατακτητές μαζεύουν τους προέδρους των κοινοτήτων και τους αρχιερείς και τους θέτουν τελεσίγραφο, ώστε να τους παραδώσουν 125 άνδρες οι οποίοι και θα εκτελούντο ως αντίποινα. Παρά τα παρακάλια των προέδρων και των αρχιερέων να ανατραπεί η απόφαση, ο στρατιωτικός διοικητής Πάρου φαίνεται αμετακίνητος. Σε μία απέλπιδα προσπάθεια ο ηγούμενος της Ι.Μ. Λογγοβάρδας Φιλόθεος Ζερβάκος προσκαλεί το Γερμανό διοικητή στη μονή για να τον καλοπιάσει. Ο διοικητής κολακευμένος από τη φιλοξενία λέει στον Φιλόθεο να του ζητήσει ο τελευταίος μία χάρη. Ο Φιλόθεος του ζητά να ανακαλέσει την απόφασή του και ο Γερμανός αρνείται με το πρόσχημα του ότι οι εντολές έρχονταν από υψηλότερο σε ιεραρχία άτομο. Ο Φιλόθεος επανέρχεται και ζητά αντί των νεαρών να πάρει ο ίδιος τη θέση τους στο εκτελεστικό απόσπασμα. Τότε ο Γερμανός αποσβολωμένος από τη γενναιότητα του ηγούμενου λέει: «Η εκτέλεση δεν θα προχωρήσει. Στους χαρίζω».
Πηγή: 1. Αρχείο Παν. Τσιγώνια 2. Ομιλία Αντώνη Αρκά 3. chilonas.com