Σε μια σημαντική αποκάλυψη του τρόπου δράσης και διείσδυσης ξένων υπηρεσιών στη χώρα μας προχώρησε η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών» σύμφωνα με ανακοίνωση της ΕΥΠ.

Στην ανακοίνωση αναφέρεται ότι: «Συγκεκριμένα, έρευνες που συστηματικά διεξήγαγε η ΕΥΠ, σε συνέχεια πληροφοριών που συνέλεξε, απέδειξαν ότι η φερόμενη ως «Μαρία Τ.», η οποία τα τελευταία χρόνια ισχυριζόταν ότι είναι Ελληνίδα και δραστηριοποιούνταν ως φωτογράφος και ιδιοκτήτρια καταστήματος ειδών χειροτεχνίας και πλεκτικής στην Αθήνα, με ελληνική υπηκοότητα και ταυτότητα από το 2018, στην πραγματικότητα είναι η ξένη υπήκοος «Irina A. S.», που δρούσε στη χώρα μας υπό «βαθύ κάλυμμα».

Η 32χρονη, σύμφωνα με τα ελληνικά νόμιμα έγγραφα Μαρία Τσάλλα ή 35χρονη σύμφωνα με τα πραγματικά της στοιχεία Ιρίνα Αλεξάντροβνα Σμίρεβα από την παγωμένη Μόσχα, ήρθε στην Αθήνα το 2018 ως παιδί Ελλήνων ομογενών.

Ένα χρόνο αργότερα, πολιτογραφείται Ελληνίδα με νόμιμα χαρτιά, δηλώνει φωτογράφος και ανοίγει ένα κατάστημα με την επωνυμία “Galazio” στο Παγκράτι με είδη χειροτεχνίας και πλεκτικής ενώ παράλληλα, λαμβάνει μέρος και σε διαγωνισμούς φωτογραφίας.

Είναι χαρακτηριστικό, λένε οι πληροφορίες, ότι για να μεταμορφωθεί η Ρωσίδα Ιρίνα Αλεξάντροβνα Σμίρεβα σε Μαρία Τσάλλα, η διαδικασία στοίχισε στο ρωσικό κράτος 5 εκατομμύρια ευρώ. Τόσο κοστίζει λένε η “κατασκευή χαρακτήρων”. Η κατάσκοπος φέρεται να έχει σχέση με έναν Ρώσο συνάδελφο της ο οποίος δραστηριοποιείται στη Βραζιλία, ενώ παράλληλα διατηρούσε σχέση και με έναν Έλληνα προκειμένου να τον έχει για κάλυψη. Η αρχή του τέλους για τη δράση της, ξεκίνησε πριν δύο μήνες όταν οι αρχές της Σλοβενίας συνέλαβαν μια συνάδελφο της.

Οι ρωσικές μυστικές υπηρεσίες, φοβούμενες ότι θα αποκαλυφθούν και άλλα πρόσωπα από το δίκτυο των illegals, ανακαλούν την Τσάλλα στη Μόσχα και την εξαφανίζουν. Η ίδια, λέει στους γνωστούς της ότι φεύγει για κάτι δουλειές και ότι θα επιστρέψει σε έναν μήνα, όμως δεν εμφανίστηκε ποτέ. Κλείνει τα προφίλ της στα social media, κατεβάζει και το σαιτ του καταστήματος και χάνεται από προσώπου γης. Οι ελληνικές υπηρεσίες, προσπαθούν να διαπιστώσουν ποια ήταν η κατασκοπευτική δραστηριότητα της Ρωσίας στη χώρα μας καθώς είχε τη δυνατότητα να κυκλοφορεί ελεύθερα τόσο στην Ελλάδα, όσο και την Ευρωπαική Ένωση και παράλληλα με την κάλυψη της φωτογράφου να μπορεί ανενόχλητη να τραβάει φωτογραφίες χωρίς να κινεί την προσοχή και να δημιουργεί υποψίες για τη διπλή ζωή και τη δράση της.

Η αντίστροφη μέτρηση για την αποκάλυψη, ξεκίνησε με τον εντοπισμό απόπειρας πρόσβασης τρίτης χώρας σε στοιχεία Ελλήνων πολιτών που έχουν αποβιώσει, μια διεθνώς διαπιστωμένη πρακτική των Υπηρεσιών Πληροφοριών συγκεκριμένης χώρας για τη δημιουργία της ειδικής κατηγορίας κατασκόπων με το προσωνύμιο «illegals».

Οι «illegals» στρατολογούνται και εκπαιδεύονται από τις Υπηρεσίες συγκεκριμένης ξένης χώρας, με σκοπό να τοποθετηθούν σε χώρες - στόχους, αναλαμβάνοντας στη συνέχεια κατασκοπευτική δράση υπέρ της χώρας της. Για την προστασία της πραγματικής τους ταυτότητας, χρησιμοποιούν «βαθύ κάλυμμα», το οποίο δημιουργείται με παραποίηση ατομικών εγγράφων και χρήση πιστοποιητικών που προέρχονται από στοιχεία θνησιγενών βρεφών ή ατόμων που έχουν αποβιώσει. Από τη στιγμή τοποθέτησής τους στο εξωτερικό, οι«illegals» ζούνε και συμπεριφέρονται με βάση την κατασκευασμένη ιστορία που έχει δημιουργηθεί για αυτούς, ώστε να προστατεύσουν την αποστολή τους.

Το προφίλ και η δράση της «Μαρίας Τ.» παραπέμπει ευθέως στην ειδική κατηγορία των «illegals».

Η υπόθεση που μόλις αποκαλύφθηκε από την ΕΥΠ, είναι χαρακτηριστική του τρόπου σκέψης και δράσης των συγκεκριμένων Υπηρεσιών καθώς για την οικοδόμηση της ταυτότητας και του προφίλ της «Τ.» εργάστηκαν συστηματικά για πολλά έτη με κατάλληλη εκμετάλλευση προσώπων, διαδικασιών και φορέων, ώστε τελικά η αλλοδαπή «Irina» να ζει και να αναγνωρίζεται ως Ελληνίδα «Μαρία», εξαπατώντας ακόμη και τους πιο κοντινούς της ανθρώπους στην Ελλάδα, που προφανώς δεν γνώριζαν την πραγματική της ταυτότητα.

Είναι προφανές ότι η δράση της «Τ.» δεν θα περιοριζόταν στην ελληνική επικράτεια, καθώς ως πολίτης της Ε.Ε., θα μπορούσε να ταξιδέψει και να εργαστεί σε αρκετές χώρες της Ευρώπης. Για αυτό και η επιτυχία της ΕΥΠ έχει μια διάσταση που ξεπερνά τα εθνικά σύνορα και αφορά το σύνολο των Δυτικών χωρών γενικότερα».